22 χρόνια μετά την αποποινικοποίησητης της ομοφυλοφιλίας και λίγους μήνες μετά τη δημόσια δήλω του 36χρονου υπουργού Υγείας Λίο Βάραντκαρ σχετικά με τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, ο οποίος θεωρείται από τους επικρατέστερος υποψήφιους για να διαδεχτεί τον πρωθυπουργό της χώρας, Έντα Κένι, στην Ιρλανδία θα διεξαχθεί δημοψήφισμα στις 22 Μαΐου για το αν θα πρέπει να επιτρέπονται γάμοι μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Το σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια επιτρέπεται από το 2011.
*Της Ursula Halligan
«Η ζωή μας αρχίζει να τελειώνει την ημέρα που σιωπούμε για πράγματα που έχουν σημασία» -Martin Luther King
Ήμουν ένα καλό καθολικό κορίτσι που μεγάλωσε τη δεκαετία του 1970 στην Ιρλανδία όπου η ομοφυλοφιλία θεωρούνταν διαβολική διαστροφή. Ποτέ δεν μου μίλησαν ανοιχτά για το θέμα αλλά γνώριζα πως ήταν ό,τι χειρότερο επάνω στη Γη. Οπότε τρομοκρατήθηκα όταν ερωτεύτηκα ένα κορίτσι από την τάξη μου στο σχολείο. Οπως ψαχούλευα στη σοφίτα μου πριν από λίγες εβδομάδες βρήκα ένα παλιό ημερολόγιο που με πήγε πίσω στις 20 Δεκεμβρίου 1977.
Έγραφα στα 17 μου χρόνια: «Οι προηγούμενοι μήνες πρέπει να ήταν οι πιο σκοτεινοί και ζοφεροί που έχω ζήσει σε ολόκληρη τη ζωή μου». «Κάποιες στιγμές σκέφτηκα ακόμη και το θάνατο. Να αποδράσω από αυτό τον κόσμο, να κοιμηθώ χωρίς οποιοσδήποτε να με έχει ποτέ αγγίξει. Νιώθω τόση κατάθλιψη, τόση λύπη και σύγχυση. Δεν υπάρχει κανείς προς τον οποίο θα μπορούσα να στραφώ, ούτε καν ο Θεός. Του αποκάλυψα τα συναισθήματα μου, τις πιο μύχιες σκέψεις μου και δεν βρήκα παρηγοριά ούτε πνευματική ανακούφιση. Μερικές φορές νιώθω ότι μιλάω στο τίποτα, ότι δεν υπάρχει Θεός. Ποτέ πριν δεν έχω νιώσει έτσι, τόσο άδεια, τόσο ασήμαντη, τόσο μα τόσο δυστυχισμένη».
Εξαιτίας της ανατροφής που μου δόθηκε, με αηδίασε η σκέψη ότι έχω ερωτευτεί ένα μέλος του δικού μου φύλου. Η αντίφαση που ένιωθα μέσα μου, σχεδόν με οδήγησε στην τρέλα. Οι δύο σκέψεις που πάλευαν μέσα μου με χώριζαν στα δύο. Ήμουν ερωτευμένη με ένα κορίτσι και γνώριζα ότι δεν ήταν σωστό. Συνέχεια με πλάκωνε ο φόβος ότι ήμουν λεσβία. Μισούσα τον εαυτό μου. Ενιωθα άχρηστη και ευτελής, πολύ μικρή και ηλίθια. Είχα μια και μόνη επιλογή. Θα ήμουν «κανονική», πράγμα που σήμαινε ότι θα έκρυβα τα πάντα και ότι δεν θα έλεγα τίποτα.
Έπαιξα το παιχνίδι του φλερτ. Υποκρίθηκα ότι με ενδιέφεραν οι άντρες. Επινόησα φίλους. Άκουγα σιωπηλά τα υποτιμητικά σχόλια για τους ομοφυλόφιλους. Προσπαθούσα να χαμογελάω όταν κάποιος μιμούνταν στη στερεοτυπική συμπεριφορά γκέι.
Στη δεκαετία του 1970 η ομοφοβία εκδηλωνόταν ανεξέλεγκτα και χωρίς αναστολές. Η πολιτική ορθότητα δεν είχε ακόμη εκδηλωθεί. Οι ομοφυλόφιλοι ήταν πούστηδες, αδερφές, διανοητικά άρρωστοι, πολίτες δεύτερης κατηγορίας, ελαττωματικοί άνθρωποι. Ήταν το λάθος της κοινωνίας. Βιολογικό λάθος. Ήταν οι άλλοι άνθρωποι. Δεν γινόταν να είμαι μία από αυτούς.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια έβλεπα κάθε ένα από τα αδέλφια μου να βγαίνει ραντεβού, να πηγαίνει σε πάρτι, να κάνει σχέσεις, να παντρεύεται και να θεωρεί δεδομένες όλες τις χαρές και τα προνόμια της αναγνωρισμένης από το κράτος σχέσης του.
Η στρατηγική που ακολούθησα ώστε να τα βγάλω πέρα ήταν να αφοσιωθώ στις σπουδές και αργότερα στη δουλειά μου. Δεν είχα πολλές κοινωνικές επαφές γιατί είχα αυτό το τρομερό μυστικό που ποτέ δεν έπρεπε να φανερωθεί. Η στρατηγική μου λειτούργησε μέχρι που ερωτεύτηκα ξανά μια γυναίκα. Και τότε άρχισε ξανά η συναισθηματική αμφιταλάντευση μεταξύ ευτυχίας, πόνου, απόσυρσης και άρνησης. Ήταν ένα μοτίβο που θα επαναλαμβανόταν πολλές φορές στην πάροδο των χρόνων.
Και ποτέ, ούτε μια φορά, δεν εξέφρασα ανοιχτά τα συναισθήματά μου. Τα καταπίεσα όλα και βυθίστηκα σε βιβλία και στη δουλειά. Πρόσεχα πώς μίλαγα και πώς συμπεριφερόμουν. Τίποτε δεν έπρεπε να μου ξεφύγει. Ποτέ δεν γνώρισα πώς είναι να ζεις αυθόρμητα, να ακολουθείς το ρεύμα, να εμπιστεύεσαι το ένστικτό σου… Σε καμία περίπτωση δεν μπορούσα να εμπιστευτώ το ένστικτό μου.
Για χρόνια δεν το είπα σε κανέναν γιατί δεν μπορούσα να το πω καν στον εαυτό μου. Ήταν ένα μέρος όπου δεν ήθελα να πάω. Ήταν υπερβολικά τρομακτικό, ντροπιαστικό. Δεν μπορούσα να τα βγάλω πέρα. Το έθαψα.
Από συναισθηματικής απόψεως βρίσκομαι σε φυλακή από την ηλικία των 17 χρονών. Μια φυλακή όπου έζησα μια ζωή μισή, καταπιέζοντας μια ουσιαστική πλευρά της ανθρωπιάς μου, την έκφραση του βαθύτερου εαυτού μου. Το ένστικτόμου να αγαπάω. Κάτι που οι ετεροφυλόφιλοι θεωρούν δεδομένο όπως την αναπνοή. Ο κόσμος είναι κομμένος και ραμμένος για αυτούς. Με κάθε ευκαιρία η κοινωνία θεωρεί και επιβεβαιώνει ότι η ετεροφυλοφιλία είναι ο κανόνας. Αυτό καταλήγει στο γάμο όπου το ευτυχές ζευγάρι κατακλύζεται από κοινωνική αποδοχή.
Για εμένα δεν υπήρξε πρώτο φιλί. Κανένα πάρτι αρραβώνων, κανένας γάμος. Και μέχρι πριν από λίγο καιρό, καμία ελπίδα ότι θα τα ζήσω και εγώ αυτά. Σήμερα, στην ηλικία των 54 ετών, σε μια (ελπίζω) διαφορετική Ιρλανδία, εύχομαι να είχα αποδράσει χρόνια πριν από το κελί της φυλακής μου. Νιώθω απώλεια και λύπη για τον πολύτιμο χρόνο που χαράμισα μέσα στο φόβο και την απομόνωση.
Η ομοφοβία είχε χαραχτεί τόσο βαθιά στην ψυχή μου ώστε δεν άντεχα να αντιμετωπίσω την αλήθεια για εμένα, προτιμώντας να ζήσω στην ασφάλεια της φυλακής μου. Μέσα στο κεφάλι μου είχα γίνει μια ομοφοβική που απεχθανόταν τον εαυτό της. Καρτερικά θα έπαιρνα μαζί μου στον τάφο το επαίσχυντο μυστικό μου. Και μπορεί κάλλιστα να το είχα κάνει αν δεν είχε προκύψει το δημοψήφισμα.
Τώρα δεν μπορώ να πιστέψω πόσο γρήγορα εξαπλώνεται στον κόσμο η αλλαγή υπέρ του γάμου των ομοφυλοφίλων. Πίστευα ότι δεν θα ζήσω ποτέ την ημέρα που ένας υπουργός θα αποκαλύψει ότι είναι γκέι και δεν θα συναντήσει σχεδόν καμία αντίδραση, παρά μόνο επαίνους για τη γενναιότητά του. Όμως ήρθε αυτή η ημέρα και η δουλειά που έκαναν επί δεκαετίες άνθρωποι όπως ο David Norris, η Katharine Zappone, η Ann-Louise Gilligan και ο Colm O’Gorman με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι υπήρχαν δυνατότητες που ποτέ δεν είχα πιστέψει ότι θα υπάρξουν.
Το είπα σε μια φίλη και δεν ήρθε η συντέλεια του κόσμου. Το είπα στη μάνα μου και δεν ήρθε η συντέλεια του κόσμου. Τότε συνειδητοποίησα ότι θα μπορούσα να βγω τελείως από τη φυλακή ή να παραμείνει στο κοινωνικό αντίστοιχο μιας ανοιχτής φυλακής. Αν επέλεγα το δεύτερο θα μπορούσα να το πω σε λίγους ανθρώπους, αλλά ουσιαστικά θα συνέχιζα όπως πριν. Να αποδέχομαι σιωπηλά τις προκαταλήψεις που βγαίνουν στην επιφάνεια σε ανεπίσημες κοινωνικές περιστάσεις.
Είναι η πιο εύκολη από τις δύο επιλογές, ιδίως για τους κοντινούς μου ανθρώπους. Γιατί όσοι σε αγαπάνε μπορούν να αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι θα αποκαλύψω την ομοφυλοφιλία μου, αλλά ανησυχούν ότι θα το «κάνω θέμα».
Αυτό που άλλαξε τα πράγματα ήταν το δημοψήφισμα για την ισότητα του γάμου. Με οδήγησε στην πρώτη επιλογή: να πω την αλήθεια σε όποιους νοιάζονται. Και γνώριζα ότι αν είναι να πω την αλήθεια, θα έπρεπε να την πω ολόκληρη και να αποκαλύψω ότι υποστηρίζω το «Ναι» στο δημοψήφισμα. Για εμένα τα δύο αυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Πράγμα που σημαίνει ότι το TV3 (σ.σ. το πρώτο ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι της Ιρλανδίας) θα πρέπει να με αποσύρει από την κάλυψη του δημοψηφίσματος, όπως απαιτούν οι κανονισμοί, και όταν τους είπα τις σκέψεις μου αναδιοργάνωσαν την κάλυψη του δημοψηφίσματος μέσα σε μισή ημέρα.
Πριν από 20 ή από 30 χρόνια θα χρειαζόταν περισσότερο θάρρος ώστε να πει κανείς την αλήθεια. Σήμερα εξακολουθεί να είναι δύσκολο, αλλά είναι εφικτό, με την ελπίδα ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ιρλανδία μπορούν να αγκαλιάσουν το διαφορετικό και ότι θα καταλάβουν ότι προσπαθώ να βοηθήσω άλλους ομοφυλόφιλους που ζουν μικρές, φοβισμένες και ανολοκλήρωτες ζωές. Αν η ιστορία μου βοηθήσει έστω και ένα δεκαεφτάχρονο κορίτσι που παλεύει με τη σεξουαλικότητά του, τότε θα αξίζει που την είπα.
Ως άνθρωπος της πίστης και ως καθολική, πιστεύω ότι η θετική ψήφος είναι ό,τι χριστιανικότερο μπορεί να κάνει κανείς. Πιστεύω ότι η δόξα του Θεού συνίσταται στο να ζουν οι άνθρωποι πλήρη ζωή και αυτό περιλαμβάνει τους ομοφυλόφιλους. Αν ψηφίσει «Ναι» η Ιρλανδία, αυτό θα αφορά πολύ περισσότερα από το γάμο. Θα δώσει τέρμα στην καθεστωτική ομοφοβία. Θα πει στους ομοφυλόφιλους ότι και αυτοί ανήκουν στην κοινωνία, ότι είναι ασφαλές να βγουν στην επιφάνεια και να ζήσουν μια ανθρώπινη ζωή γεμάτη αγάπη. Αν ισχύει ότι το 10% του γενικού πληθυσμού είναι ομοφυλόφιλοι, τότε θα μπορούσε να υπάρχουν 400 χιλιάδες γκέι στην Ιρλανδία, πολλοί εκ των ομοίων εξακολουθούν να ζουν σε συναισθηματικές φυλακές. Οποιοσδήποτε από αυτούς μπορεί να είναι ο γιος σας, η κόρη σας, η αδελφή σας, η μάνα σας, ο πατέρας σας ή ο καλύτερος σας φίλος. Ελευθερώστε τους. Επιτρέψτε τους να ζήσουν μια γεμάτη ζωή.
Πηγή: «Irish Times» Μτφ.: Κώστας Καρκαγιάννης