Σήμερα Παγκόσμια Ημέρα Μητρικής Γλώσσας: Πώς η γλώσσα επηρεάζει τον τρόπο σκέψης μας
Έρευνες έχουν βρει ότι οι άνθρωποι “χαρτογραφούν” τις έννοιες στον χώρο. Για παράδειγμα, το διάβασμα ή το άκουσμα της λέξης “χαρούμενος” ή “ουρανός” τείνει να προκαλεί μία μετατόπιση της ματιάς μας και να κατευθύνει την προσοχή μας ελαφρά προς τα πάνω. Αντίθετα, οι λέξεις “πικρός” ή “έδαφος” συνδέονται με εστίαση προς τα κάτω.
“Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική”, έγραψε ο ποιητής. Και η γλώσσα διαμορφώνει τον τρόπο έκφρασης, αλλά και τον τρόπο που σκεφτόμαστε, δείχνουν οι έρευνες. Παγκόσμια Ημέρα Μητρικής Γλώσσας η σημερινή, και με αφορμή πρόσφατη μελέτη, θυμόμαστε πώς ακριβώς η μητρική γλώσσα επηρεάζει τον καθένα, υποχρεώνοντάς τον να περιστρέφει τη σκέψη του γύρω από ορισμένα πράγματα.
Έρευνες έχουν βρει ότι οι άνθρωποι “χαρτογραφούν” τις έννοιες στον χώρο. Για παράδειγμα, το διάβασμα ή το άκουσμα της λέξης “χαρούμενος” ή “ουρανός” τείνει να προκαλεί μία μετατόπιση της ματιάς μας και να κατευθύνει την προσοχή μας ελαφρά προς τα πάνω. Αντίθετα, οι λέξεις “πικρός” ή “έδαφος” συνδέονται με εστίαση προς τα κάτω.
Για τις λέξεις που έχουν πολύ συγκεκριμένη έννοια, όπως ο ουρανός και το έδαφος, υπάρχει μία αρκετά λογική εξήγηση για αυτή τη συσχέτιση: στο κάτω κάτω ο ουρανός είναι από πάνω μας και το έδαφος από κάτω μας. Αλλά αυτή η εξήγηση δεν δουλεύει, όταν πρόκειται για, σχετικά, πιο αφηρημένες έννοιες.
Τώρα, πρόσφατη μελέτη αναφέρει ότι υπάρχει εξήγηση του φαινομένου και για τις λέξεις που δεν έχουν άμεση σχέση με τον κόσμο που παρατηρούμε. Όλα έχουν να κάνουν με το πόσο συχνά τέτοιες αφηρημένες έννοιες σχετίζονται με λέξεις που ορίζουν κατεύθυνση, λέει η Δρ Stephanie Goodhew, από το Εθνικό Πανεπιστήμιο Αυστραλίας, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Νέα έρευνα: Ο ρόλος του τρόπου χρησιμοποίησης των λέξεων
Η Δρ Goodhew και οι συνάδελφοί της χρησιμοποίησαν μία τεράστια βάση δεδομένων, για να μετρήσουν τη συχνότητα που οι “αφηρημένες λέξεις” προκύπτουν κοντά στις λέξεις “πάνω” και “κάτω”. Στη συνέχεια, επέλεξαν μία ομάδα λέξεων, οι μισές από τις οποίες εμφανίζονταν σε θέσεις δίπλα από τη λέξη “πάνω” και οι άλλες μισές κοντά στη λέξη “κάτω”.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές μελέτησαν πώς αυτές οι λέξεις κατεύθυναν την προσοχή του κόσμου, δείχνοντάς τις, μέσω της οθόνης ενός υπολογιστή, σε 57 συμμετέχοντες στη σχετική έρευνα. Συγκεκριμένα, μέτρησαν πόσο γρήγορα οι άνθρωποι αναγνώριζαν οπτικούς στόχους (ένα τυχαίο γράμμα που αναβόσβηνε), πάνω ή κάτω από τις λέξεις υπό μελέτη.
Διαπίστωσαν πως, όταν μία λέξη χρησιμοποιείται συχνά δίπλα από τη λέξη “πάνω” στη γλώσσα, τότε το άκουσμα ή το διάβασμά της είναι ικανό να στρέψει την προσοχή μας προς τα πάνω, και αν χρησιμοποιείται συχνά δίπλα από τη λέξη “κάτω”, τότε το βλέμμα μας όταν την ακούμε κινείται προς τα κάτω.
“Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι μόνο και μόνο η γλώσσα στην οποία εκθετόμαστε μπορεί να επηρεάσει κάτι τόσο βασικό και θεμελιώδες όπως το που κοιτάμε”, λέει η Goodhew. Και πράγματι, είναι. Αλλά υπάρχουν και άλλα πράγματα που επηρεάζει η γλώσσα, ίσως, ακόμα πιο θεαματικά από το σημείο που στρέφεται το βλέμμα μας.
Οι διαφορετικές γλώσσες επηρεάζουν διαφορετικά τη σκέψη των ανθρώπων
Είναι φοβερό, όταν το συνειδητοποιήσει κανείς, το πώς οι διαφορετικές γλώσσες επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης των διαφορετικών λαών. Ένα απλό παράδειγμα είναι η διάκριση των φύλων στη γλώσσα. Ενώ στα ελληνικά (τα γαλλικά, τα γερμανικά κ.α.) έχουμε την υποχρέωση να πούμε “πάω σε μία ή σε έναν φίλο”, ο Άγγλος ομιλητής αρκείται στο “I’m visiting a friend”.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι οι αγγλόφωνοι αδυνατούν να αντιληφθούν τις διαφορές μεταξύ άνδρα και γυναίκας και οι Έλληνες τους ξεχωρίζουν καλύτερα; Φυσικά και όχι. Απλώς, οι Άγγλοι δεν είναι “αναγκασμένοι” να σκεφτούν το φύλο των φίλων, των συναδέλφων, των γειτόνων, κάθε φορά που πρέπει να αναφερθούν σε αυτούς. Σε αντίθεση με εμάς και όσα ορίζει η ελληνική γλώσσα.
Αυτή είναι μία διαφορά. Υπάρχουν και πιο περίεργες, τουλάχιστον για όσους έχουμε μάθει να μιλάμε και να “σκεφτόμαστε” ελληνικά. Δείτε τους Κινέζους, όπου τα ρήματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε όλους τους χρόνους με την ίδια μορφή. Άρα, δεν χρειάζεται να σκέφτονται τον χρόνο που έγινε μία πράξη, όταν μιλούν. Μπέρδεμα για εμάς, απλό για εκείνους.
Η γλώσσα, λοιπόν, αλλάζει τα πράγματα που υποχρεωνόμαστε να σκεφτόμαστε πριν μιλήσουμε. Αλλά και το πώς βιώνουμε τις εμπειρίες μας, μία κατάσταση, τα συναισθήματα, τις αναμνήσεις και τον προσανατολισμό μας, σύμφωνα με τον Guy Deutcher, ερευνητή της Σχολής Γλωσσών, Γλωσσολογίας και Πολιτισμών, του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ.
Μπορεί ένα πιρούνι να έχει… φύλο;
Σε αρκετές γλώσσες, όπως τα γαλλικά και τα γερμανικά, ακόμα και τα άψυχα αντικείμενα έχουν “φύλο”. Στα ελληνικά, από την άλλη, έχουμε το ουδέτερο άρθρο. Ο Γάλλος όμως δεν θα πει “το μούσι”, αλλά… “η μούσι” (la barbe). Η επιρροή στον τρόπο σκέψης όσων η μητρική γλώσσα έχει αυτή την ιδιοτροπία, είναι σημαντική.
Αρκετά πειράματα το έχουν επιβεβαιώσει. Στα 90’s, ψυχολόγοι ζήτησαν από ανθρώπους να χαρακτηρίσουν συγκεκριμένα αντικείμενα. Όσοι στη γλώσσα τους αντιμετώπιζαν ένα αντικείμενο ως αρσενικό, του έδιναν αρρενωπά επίθετα, όπως “δυνατό”. Για το ίδιο αντικείμενο, τα επίθετα ήταν πιο θηλυπρεπή, όπως “κομψό”, όταν η γλώσσα του συμμετέχοντα το έβλεπε ως θηλυκό.
Η επιρροή επεκτείνεται και αλλού, όπως στις περιπτώσεις που τα αντικείμενα προσωποποιούνται. Για παράδειγμα, όταν στα πλαίσια έρευνας ζητήθηκε από γαλλόφωνους και ισπανόφωνους να δώσουν φωνή σε έναν χαρακτήρα-πιρούνι για ένα καρτούν, οι Γάλλοι επέλεξαν μία γυναικεία φωνή (πιρούνι=la fourchette), ενώ οι Ισπανοί μία ανδρική (πιρούνι=eltenedor).
“Σήκωσε το δυτικό χέρι προς τον βορρά”
Τα παραπάνω ακούγονται εντυπωσιακά, αλλά δείτε και αυτά. Σε ορισμένες γλώσσες, παρατηρείται το εξής φαινόμενο: Για να δώσουν την έννοια της κατεύθυνσης, δεν χρησιμοποιούν λέξεις όπως “αριστερά, μπροστά, δεξιά ή πίσω”, αλλά τα σημεία του ορίζοντα. Το αποτέλεσμα; Οι ομιλητές τους να έχουν απίστευτα ανεπτυγμένη αίσθηση προσανατολισμού, σε σχέση με εμάς.
Και είναι και οι γλώσσες όπου οι ομιλητές είναι αναγκασμένοι να ξεκαθαρίζουν πώς έμαθαν την όποια πληροφορία αναφέρουν. Για παράδειγμα, δεν μπορούν, απλώς, να πουν “ο Γιώργος είναι στη δουλειά”, αλλά να χρησιμοποιήσουν την ειδική μορφή του ρήματος που θα αποκαλύψει πώς το ξέρουν. Άλλο ρήμα δείχνει π.χ. ότι τον είδαν να πηγαίνει, άλλο ότι κάποιος τους το είπε κ.ο.κ.
Έτσι, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι όσοι έχουν ως μητρική γλώσσα μία που επιβάλλει κάτι τέτοιο έχουν και μεγαλύτερο αίσθημα της ευθύνης για να μεταφέρουν την αλήθεια, αλλά κυρίως και καλύτερη αντίληψη της έννοιας της αιτιώδους συνάφειας.
Η γλώσσα καλλιεργεί διαφορετικές αντιδράσεις, αλλά δεν είναι κακό
Όλα αυτά, φυσικά, δεν σημαίνουν ότι η μητρική γλώσσα είναι “φυλακή” που μας κρατά δέσμιους σε έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και περιορίζει τα πράγματα που μπορούμε να μάθουμε. Αλλά καλό είναι να θυμόμαστε ότι υπάρχουν αυτές οι διαφορές, στις ενστικτώδεις αντιδράσεις, στη διαίσθηση που καλλιεργεί η γλώσσα, στη ζωή μας.
Αλλά και ένα λίγο παλαιότερο βίντεο της Atlantic, βασιζόμενο στην έρευνα της συγγραφέα Deborah Fallows, αποδεικνύει ότι και εντός της ίδιας χώρας, ο τόπος καταγωγής μας, επηρεάζει και διαφοροποιεί ακόμα και τον τρόπο με τον οποίο χαιρετάμε έναν άγνωστό, για πρώτη φορά.
Και, όπως γράφει ο Guy Deutcher, “σαν πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον, μπορούμε να κάνουμε κάτι καλύτερο από το να προσποιούμαστε ότι όλοι σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο”.
Πηγή: pathfinder.gr