Τις τέσσερις δεξαμενές του Δημοσίου από τις οποίες θα προκύψουν οι 15.000 απολύσεις υπαλλήλων απαρίθμησε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Αντώνης Μανιτάκης ο οποίος πάντως, απέφυγε να αναφερθεί ευθέως στην κόντρα που είχε με τον υπουργό Δικαιοσύνης Αντώνη Ρουπακιώτη για τα δικαιώματα των υπό απόλυση εργαζομένων η οποία προκάλεσε ενδοκυβερνητική κρίση.
Πιο αναλυτικά, ο κ. Μανιτάκης είπε ότι ο στόχος των 15.000 απολύσεων (4.000 υπαλλήλων μέχρι το τέλος του 2013 και ακόμη 11.000 το 2014) θα επιτευχθεί από:
– εκείνους τους επίορκους που έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα
– Από την κατάργηση φορέων
– Από την δυνατότητα εθελούσιας εξόδου όσων έχουν ενταχθεί σε καθεστώς κινητικότητας. Μπορούν να φύγουν εθελοντικά με την εξαγορά 3 ετών αρκεί να απέχουν 3 χρόνια από την συνταξιοδότηση
– Από την αξιολόγηση που θα γίνει . Αν εκεί διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν κάποιοι που δεν έχουν τα τυπικά προσόντα για να είναι δημόσιοι υπάλληλοι, αν δεν έχουν προσληφθεί με τις τυπικές διαδικασίες, αν δεν έχουν ισχύουσα σχέση με το δημόσιο, αυτοί θα βρεθούν εκτός δημοσίου»
Αναφορικά με την αξιολόγηση των δομών του Δημοσίων, μέσω της οποίας θα υπάρξουν και αποχωρήσεις, ο κ. Μανιτάκης είπε ότι ήδη έχει ολοκληρωθεί η «αξιολόγηση των δομών των υπουργείων για 60.000 υπαλλήλους. Θα γίνει γι αυτούς καταγραφή και αποτίμηση των τυπικών τους προσόντων».
Μικρό καλάθι για νέες προσλήψεις
Επιπροσθέτως, ο υπουργός σχεδόν απέκλεισε το ενδεχόμενο νέων προσλήψεων μέσω του μέτρου που θέλει μια ρόσληψη για κάθε αναγκαστική αποχώρηση εξηγώντας ότι ήδη υάρχουν 10.000 επιτυχόντες του ΑΣΕΠ, πολλοί εκ των οποίων από το 2009, που αναμένουν τον διορισμό τους. Σημείωσε δε πως «εκείνα τα κενά που θα προκύψουν από τις αποχωρήσεις και μπορούν να καλυφθούν από τους επιτυχόντες θα καλύπτονται. Για τις θέσεις που δεν υπάρχουν επιτυχόντες θα προκηρύσσεται νέος διαγωνισμός»
Τέλος, ο κ. Μανιτάκης εξήγησε ότι οι προωθούμενες ρυθμίσεις αλλά και οι επόμενες που θα έρθουν με νομοσχέδιο που θα αναρτηθεί την ερχόμενη Δευτέρα στην «Διαύγεια» έχουν στόχο την επίσπευση των πειθαρχικών διαδικασιών μέσω της αυτονόμησης της πειθαρχικής διαδικασίας από την ποινική. Είπε μεταξύ άλλων ότι η πειθαρχική διαδικασία διαρκούσε κατά μέσο όρο έως και πέντε χρόνια και εξήγησε ότι πλέον οι διαδικασίες θα γίνονται πιο γρήγορα.
Τέλος, ανέφερε ότι «Το πρόβλημα δεν είναι η πειθαρχική αλλά η ποινική διαδικασία. Το πρόβλημα είναι ότι οι εισαγγελείς δεν ξέρω για ποιους λόγους παραπέμπουν σχετικά εύκολα τις υποθέσεις στα δικαστήρια και καθυστερούν πολύ» φράση που από αρκετά μέλη της επιτροπής θεωρήθηκε ως έμμεση αιχμή στον κ. Ρουπακιώτη.