Τι μας κάνει πραγματικά ευτυχείς;
Ίσως το κλειδί για τη μακροχρόνια ευημερία είναι να σκεφτείτε ποιος τρόπος ζωής σάς ταιριάζει καλύτερα: ηδονικός, ευδαιμονικός ή βιωματικός.
Η εύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ εργασίας και ζωής σίγουρα δεν είναι ένα νέο ζήτημα στην κοινωνία μας. Ωστόσο, η ένταση μεταξύ των δύο έχει ενταθεί από το ξεκίνημα της πανδημίας, με τους εργαζόμενους να ασχολούνται όλο και περισσότερο με τη φύση της εργασίας τους, το νόημα και το σκοπό της και πώς αυτές επηρεάζουν την ποιότητα ζωής τους
Μελέτες δείχνουν ότι ο αριθμός των ανθρώπων που αφήνουν ή σχεδιάζουν να αφήσουν τους εργοδότες τους το 2021 έχει σπάσει κάθε ρεκόρ – μια «μεγάλη παραίτηση» που φαίνεται να προκλήθηκε από αυτούς τους προβληματισμούς. Αλλά αν όλοι αναθεωρούμε πού και πώς η δουλειά «χωράει» στη ζωή μας, σε τι πρέπει να στοχεύουμε.
Είναι εύκολο να πιστέψουμε ότι αν δεν υπήρχε ανάγκη να δουλέψουμε ή μπορούσαμε να δουλεύουμε πολύ λιγότερες ώρες, θα ήμασταν πιο ευτυχισμένοι, βιώνοντας ηδονικές εμπειρίες σε όλες τις υγιείς και ανθυγιεινές μορφές τους. Αλλά αυτό δεν εξηγεί γιατί ορισμένοι συνταξιούχοι συνεχίζουν να δουλεύουν ως ελεύθεροι επαγγελματίες, και κάποιοι που έχουν κερδίσει το λαχείο επιστρέφουν αμέσως στη δουλειά
Η επίτευξη της τέλειας ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, αν όντως κάτι τέτοιο υπάρχει, δεν αφορά απαραιτήτως το να ασχολούμαστε με το πότε, πού και πώς δουλεύουμε – είναι ζήτημα του γιατί δουλεύουμε. Και αυτό σημαίνει να κατανοήσουμε πηγές ευτυχίας που μπορεί να μην είναι τόσο προφανείς για εμάς, αλλά που έχουν αναδυθεί στην πορεία της πανδημίας.
Οι προσπάθειες για εξεύρεση καλύτερης ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι σίγουρα αξιόλογες. Η εργασία σχετίζεται σταθερά και θετικά με την ευημερία μας και αποτελεί μεγάλο μέρος της ταυτότητάς μας. Εάν ρωτήστε τον εαυτό σας ποιο είστε, πολύ σύντομα θα καταφύγετε στο να περιγράψετε τι δουλειά κάνετε
Η δουλειά μας μπορεί να μας προσφέρει μια αίσθηση ικανότητας, η οποία συμβάλλει στην ευημερία. Ερευνητές του Harvard University (Norton, M. et al. (2012) “The IKEA effect: When labor leads to love”) έδειξαν όχι μόνο ότι η εργασία οδηγεί σε προσωπική επιβεβαίωση, αλλά ότι, όταν αυτά τα συναισθήματα απειλούνται, μας έλκουν, σε μεγάλο βαθμό, δραστηριότητες που απαιτούν προσπάθεια – συχνά κάποια μορφή εργασίας – επειδή αυτές καταδεικνύουν την ικανότητά μας να διαμορφώνουμε το περιβάλλον μας, επιβεβαιώνοντας την ταυτότητά μας ως ικανά άτομα.
Η δουλειά φαίνεται να μας κάνει πιο ευτυχισμένους ακόμα και σε συνθήκες που επιλέγουμε τον ελεύθερο χρόνο μας. Αυτό αποδείχθηκε με μια σειρά έξυπνων πειραμάτων (Hsee, C.K. et al. (2010) “Idleness Aversion and the Need for Justifiable Busyness”) στα οποία οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να μείνουν αδρανείς (περιμένοντας σε ένα δωμάτιο για 15 λεπτά για να ξεκινήσει ένα πείραμα) ή να είναι απασχολημένοι (περπατώντας για 15 λεπτά προς έναν άλλο χώρο για να συμμετάσχουν σε ένα πείραμα). Ελάχιστοι συμμετέχοντες επέλεξαν να είναι απασχολημένοι, εκτός και αν τους ανάγκαζαν να περπατήσουν, ή τους δινόταν ένας συγκεκριμένος λόγος για να το κάνουν (να υπάρχει σοκολάτα στον άλλο χώρο).
Ωστόσο, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι ξόδεψαν αυτά τα 15 λεπτά περπατώντας ήταν στο τέλος σημαντικά πιο ευτυχισμένοι από εκείνους που είχαν περάσει 15 λεπτά περιμένοντας – ανεξάρτητα από το αν είχαν επιλογή να το κάνουν, τη σοκολάτα, ή κανένα από τα δύο. Με άλλα λόγια, η απασχόληση συμβάλλει στην ευτυχία ακόμη και όταν νομίζουμε ότι προτιμάμε να είμαστε αδρανείς. Τα ζώα φαίνεται να το αντιλαμβάνονται αυτό ενστικτωδώς: στα πειράματα, τα περισσότερα προτιμούν να δουλεύουν για το φαγητό τους παρά απλά να τους δίνεται
Η ιδέα ότι η εργασία, ή η προσπάθεια που κάνουμε για κάποια δουλειά, συμβάλλει στη γενική μας ευημερία σχετίζεται στενά με την ψυχολογική έννοια της ευδαιμονικής ευτυχίας (Joar Vitterso (2016) “Handbook of Eudaimonic Well-Being”). Αυτό είναι το είδος της ευτυχίας που αντλούμε από τη βέλτιστη λειτουργία και την αξιοποίηση των δυνατοτήτων μας. Έρευνες έχουν δείξει ότι η εργασία και η προσπάθεια είναι ύψιστης σημασίας για την ευδαιμονική ευτυχία, εξηγώντας την ικανοποίηση και την υπερηφάνεια που νιώθουμε όταν ολοκληρώνουμε ένα πολύ δύσκολο έργο.
Στην άλλη πλευρά της ισορροπίας εργασίας-ζωής βρίσκεται η ηδονική ευτυχία, η οποία ορίζεται ως η παρουσία θετικών συναισθημάτων, όπως η ευθυμία, και η ανάλογη έλλειψη αρνητικών συναισθημάτων, όπως η θλίψη ή ο θυμός. Γνωρίζουμε ότι η ηδονική ευτυχία προσφέρει εμπειρικά ψυχικά και σωματικά οφέλη για την υγεία και ότι ο ελεύθερος χρόνος είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να επιδιώξουμε την ηδονική ευτυχία
Αλλά ακόμη και στον τομέα του ελεύθερου χρόνου, ο ασυνείδητος προσανατολισμός μας προς την απασχόληση κρύβεται στο παρασκήνιο. Μια πρόσφατη μελέτη (Sharif M.A. et al (2021) “Too much free time may be almost as bad as too little”) μας λέει ότι η ιδέα του υπερβολικά πολύ ελεύθερου χρόνου υφίσταται – και ότι η υποκειμενική μας ευημερία αρχίζει πραγματικά να μειώνεται εάν έχουμε πάνω από πέντε ώρες ελεύθερο χρόνο την ημέρα. Το να ξοδεύουμε μέρες ολόκληρες στην παραλία δεν φαίνεται να είναι το κλειδί για τη μακροπρόθεσμη ευτυχία.
Αυτό ενδεχομένως να εξηγεί γιατί μερικοί άνθρωποι προτιμούν να καταβάλουν σημαντική προσπάθεια στον ελεύθερο χρόνο τους. Οι ερευνητές έχουν παρομοιάσει αυτό με τη σύνταξη ενός βιωματικού βιογραφικού, τη δειγματοληψία μοναδικών αλλά δυνητικά δυσάρεστων ή ακόμη και επώδυνων εμπειριών – στα άκρα, αυτό μπορεί να είναι το να έχουμε περάσει μια νύχτα στο Ice Hotel (ξενοδοχείο φτιαγμένο από πάγο) ή να έχουμε συμμετάσχει σε έναν αγώνα αντοχής στην έρημο. Οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτές τις μορφές «ελεύθερου χρόνου» συνήθως μιλούν για την εκπλήρωση προσωπικών στόχων, την πρόοδο και τη συσσώρευση επιτευγμάτων – όλα τα χαρακτηριστικά της ευδαιμονικής ευτυχίας, όχι τον ηδονισμό που συνδέουμε με τον ελεύθερο χρόνο.
Αυτός ο προσανατολισμός ταιριάζει με μια νέα αντίληψη στον τομέα των μελετών ευημερίας: ότι μια πλούσια και ποικίλη βιωματική ευτυχία είναι το τρίτο συστατικό μιας «καλής ζωής», σε συνδυασμό με την ηδονική και την ευδαιμονική ευτυχία
Σε εννέα χώρες με δεκάδες χιλιάδες συμμετέχοντες, οι ερευνητές (Oishi S. et al. (2021) “A Psychologically Rich Life: Beyond Happiness and Meaning”) διαπίστωσαν πρόσφατα ότι οι περισσότεροι άνθρωποι (πάνω από το 50% σε κάθε χώρα) θα προτιμούσαν μια ευτυχισμένη ζωή που χαρακτηρίζεται από ηδονική ευτυχία. Αλλά περίπου το ένα τέταρτο προτιμούν μια ζωή με νόημα που ενσαρκώνεται από την ευδαιμονική ευτυχία και ένα μικρό αλλά παρόλα αυτά σημαντικό ποσοστό ανθρώπων (περίπου 10-15% σε κάθε χώρα) επιλέγουν να ακολουθήσουν μια πλούσια και ποικίλη βιωματική ζωή
Δεδομένων αυτών των διαφορετικών προσεγγίσεων στη ζωή, ίσως το κλειδί για τη μακροχρόνια ευημερία είναι να σκεφτείτε ποιος τρόπος ζωής σας ταιριάζει καλύτερα: ηδονικός, ευδαιμονικός ή βιωματικός. Αντί να αντιπαραθέτετε τη δουλειά ενάντια στη ζωή, θα έπρεπε να επιτύχετε, ειδικά μετά την πανδημία, να βρείτε μια ισορροπία μεταξύ αυτών των τριών πηγών ευτυχίας.