Στη Σύνοδο των κεντρικών τραπεζιτών: «Μη το κάνετε όπως η Ελλάδα»
Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός της Ελλάδας την περίοδο 2004-2009 και κυρίως η κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος και τα παραποιημένα στατικά μεγέθη της περιόδου εκείνης, βρέθηκαν για ακόμη μια φορά στο προσκήνιο, στη συγκέντρωση των κεντρικών τραπεζιτών στο Τζάκσονς Χόλ (Jackson Hole) στο Ουαϊόμινγκ των ΗΠΑ.
Μπορεί οι Τζάνετ Γέλεν και Μάριο Ντράγκι να μην άνοιξαν στο Jackson Hole τα χαρτιά τους για τη νομισματική πολιτική των Fed και ΕΚΤ αντιστοίχως, ωστόσο στο πλαίσιο του συνεδρίου διεξήχθησαν συζητήσεις για τις λεγόμενες μακροπροληπτικές πολιτικές και κυρίως για το πώς τα κράτη μπορούν μέσω των δημοσιονομικών τους πολιτικών είτε να ενδυναμώσουν την αδύναμη δημοσιονομικής τους θέση, είτε να περιορίσουν το χρέος τους, είτε να τονώσουν την οικονομική τους ανάπτυξη.
Στο πλαίσιο αυτό παρουσιάσθηκε στους κεντρικούς τραπεζίτες μελέτη των καθηγητών του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, Μπέρκλεϋ, Άλαν Άουερμπαχ και Γιούρι Γκοροντνιτσένκο, η οποία αντιτίθεται στην άποψη ότι οι χώρες πρέπει να περιορίζουν τις δαπάνες τους σε περιόδους ύφεσης υπό το φόβο της αύξησης του χρέους τους.
Μελετώντας τις περιπτώσεις πολλών αναπτυγμένων οικονομιών και αναλύοντας τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά τους μεγέθη για την περίοδο 1980 -2017 οι δύο καθηγητές διαπίστωσαν πως σε πολλές περιπτώσεις η αύξηση των κρατικών δαπανών δεν οδήγησε σε αύξηση των επιπέδων του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ ή του κόστους δανεισμού των χωρών αυτών, ιδίως σε περιόδους ύφεσης.
Υπό το εύρημα αυτό οι Άλαν Άουερμπαχ και Γιούρι Γκοροντνιτσένκο υποστήριξαν στη συγκέντρωση των κεντρικών τραπεζιτών στο Jackson Hole πως τα δημοσιονομικά κίνητρα ( σ.σ. πχ. αύξηση των δημοσίων επενδύσεων ή η αύξηση των μισθών του δημοσίου) σε μια αδύναμη οικονομία μπορούν να βελτιώσουν τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, κάτι που μπορεί να ισχύσει ακόμη και σε χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος!
«Μη το κάνετε όπως η Ελλάδα»
Ωστόσο, στη μελέτη των καθηγητών του Μπέρκλεϋ εμπεριέχονται δύο αρνητικές αναφορές για την Ελλάδα. Αφενός τονίζεται πως η Ελλάδα εξαιρέθηκε του δείγματος των αναπτυγμένων οικονομιών που αναλύθηκε στη μελέτη «διότι είναι γνωστό ότι οι εθνικές επίσημες στατιστικές είναι δυνητικά αμφίβολης ποιότητας». Αφετέρου αφού υπογραμμίζεται πως τα αποτελέσματά της μελέτης δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται ως μια άνευ όρων έκκληση για επιθετική αύξηση των δημοσίων δαπανών σε περιόδους ύφεσης, γίνεται η εξής υπόμνηση: «Πράγματι, η εμπειρία της Ελλάδας και άλλων χωρών της Νότιας Ευρώπης είναι μια σοβαρή προειδοποίηση για τους πολιτικούς κινδύνους και τα όρια της δημοσιονομικής πολιτικής. Γέφυρες προς το πουθενά, προγράμματα για την εξυπηρέτηση ημετέρων (pet projects) και άλλες δαπανηρές σπατάλες μπορούν να αντισταθμίσουν τα οφέλη της αντικυκλικής δημοσιονομικής πολιτικής».
Υπενθυμίζεται πως τόσο οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης στην Ελλάδα όσο και το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκαν την περίοδο 2004 -2009. Ενδεικτικά, το σύνολο των μισθών του Δημοσίου αυξήθηκε στην εν λόγω πενταετία κατά 12,4 δισ. ευρώ ή 2,5% του ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε αθροιστικά κατά 34% ή κατά 130 δισ. ευρώ (από τα 169 δισ. ευρώ το 2004 στα 299 δισ. ευρώ το 2009)!
Η αρνητική αναφορά των Άλαν Άουερμπαχ και Γιούρι Γκοροντνιτσένκο στην ελληνική περίπτωση, αναδεικνύεται και από ένα άλλο στοιχείο της περιόδου διακυβέρνησης Καραμανλή (2004-2009). Μετά το 2004 οι επενδύσεις στην Ελλάδα ακολούθησαν φθίνουσα πορεία και μέχρι το 2009 είχαν αθροιστικά μειωθεί κατά 27%. Την ίδια περίοδο οι καταναλωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 40%, γεγονός που αποτυπώνει ότι η κυβερνητική πολιτική ενέδωσε στο λαϊκό αίτημα για ευμάρεια «εδώ και τώρα». Αυτή τη σπατάλη οι καθηγητές του Μπέρκλεϋ χαρακτηρίζουν ως «γέφυρες προς το πουθενά» και «pet projects»!