«Το μουσικό όραμα του Θεοδωράκη», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ακαδημία Αθηνών, «συνδυάζει αναμνήσεις από τη δημοτική και τη βυζαντινή μουσική με τρόπο σύγχρονο και εντελώς προσωπικό, γι’ αυτό και τραγουδήθηκε σχεδόν από το σύνολο του ελληνικού λαού, ενώ συγχρόνως είναι ένας από τους ολιγάριθμους έλληνες καλλιτέχνες που διέδωσε σε όλο τον κόσμο τη νεοελληνική μουσική τέχνη. Παράλληλα, σ’ όλη του τη ζωή, πάλεψε για τα ιδανικά της ελευθερίας και της δημοκρατίας».
Κορυφαία καλλιτεχνική προσωπικότητα της σύγχρονης Ελλάδας και διεθνώς αναγνωρισμένος για τη μουσική του, ο 88χρονος Θεοδωράκης, που σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη και αργότερα με υποτροφία στο Conservatoire στο Παρίσι, όπου υπήρξε μαθητής του Ολιβιέ Μεσιέν και του Ευγένιου Μπιζό, έχει συνθέσει έργα για σχεδόν όλα τα είδη της μουσικής δημιουργίας: έργα συμφωνικής μουσικής (πέντε Συμφωνίες, ανάμεσα σε αυτές και η περίφημη Συμφωνία των Χορικών), μουσικής δωματίου, κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα, εννέα Ορατόρια (μεταξύ αυτών το Άξιον Έστί και το Canto General), πέντε όπερες, τις οποίες ονομάζει Λυρικές Τραγωδίες (Αντιγόνη, Ηλέκτρα, Μήδεια, Λυσιστράτη και Καρυωτάκης – Οι Μεταμορφώσεις του Διονύσου), μουσική για το Αρχαίο Δράμα (δέκα Τραγωδίες), για το θέατρο (εννέα θεατρικά έργα), για τον κινηματογράφο (εννέα έργα), για τρία μπαλέτα (με γνωστότερο τον Ζορμπά), καθώς και πολλούς Κύκλους Τραγουδιών.
Ο συνθέτης, ιδιαίτερα με τους Κύκλους Τραγουδιών του και με τα Ορατόρια, έκανε ευρύτερα γνωστή την ελληνική ποίηση κορυφαίων δημιουργών, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Σεφέρης.
Τακτικό μέλος της Ακαδημίας ο νομικός Νικόλαος Ανδρουλάκης
Σε ξεχωριστή της ανακοίνωση την Πέμπτη η Ακαδημία Αθηνών γνωστοποίησε την επισημοποίηση της εκλογής του ομότιμου καθηγητή Ποινικού Δικαίου, Νικόλαου Ανδρουλάκη, ως τακτικού μέλους στην προκηρυχθείσα έδρα του “Ποινικού Δικονομικού Δικαίου” στην Τάξη των Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών.
Ακολουθεί σύντομο βιογραφικό σημείωμα του νέου Ακαδημαϊκού:
Ο κ. Ν. Ανδρουλάκης γεννήθηκε το 1933 στην Αθήνα. Έλαβε πτυχίο με άριστα από τη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε ως υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών επί 3 ½ έτη στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου Έγινε διδάκτωρ του Δικαίου το έτος 1962. Το έτος 1964 έλαβε υποτροφία του Γερμανικού Ιδρύματος Alexander von Humboldt-Stiftung. Στις αρχές του έτους 1966 δημοσίευσε την εργασία του “Περί συρροής εγκλημάτων”, τεύχος Α’, με την οποία, εισηγουμένου του Καθηγητή Νικολάου Χωραφά, ανεκηρύχθη Υφηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στις αρχές του έτους 1967, μετά την ανακήρυξή του ως Υφηγητού στην Αθήνα, εκλήθη να διδάξει στο Saarbr?cken με την ιδιότητα του “επιστημονικού συμβούλου” (wissenschaftlicher Rat). Εδίδαξε κατά τα έτη 1967-1969, μεταξύ άλλων, Ειδικό Ποινικό Δίκαιο, Ποινική Δικονομία, Οργανισμό των Δικαστηρίων και διεξήγαγε τη “μεγάλη άσκηση στο ποινικό δίκαιο”. Παράλληλα συνέχισε το ερευνητικό και συγγραφικό του έργο και δημοσίευσε σειρά επιμέρους μελετών στην ελληνική και τη γερμανική γλώσσα.
Το 1969 προκηρύχθηκε προς πλήρωση η πρώτη έδρα Ποινικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην οποία εξελέγη έκτακτος Καθηγητής του Ποινικού Δικαίου και αργότερα (το 1973) τακτικός Καθηγητής. Από το 1969 εδίδαξε εναλλάξ Ποινικό Δίκαιο (Γενικό ή Ειδικό Μέρος) και Ποινική Δικονομία και διεξήγαγε τα σχετικά φροντιστήρια επί 31 έτη μέχρι το έτος 2000.
Διετέλεσε Κοσμήτωρ της Νομικής Σχολής και μέλος της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επίσης, διετέλεσε διευθυντής του Τομέα Ποινικών Επιστημών, επί 16 έτη.
Από το 1972 μέχρι σήμερα είναι εκλεγμένος Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ποινικού Δικαίου. Ίδρυσε μαζί με τον Καθηγητή Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη την επιστημονική σειρά δημοσιεύσεων “Ποινικά”. Ανάμεσα στα έτη 1975 και 1980 αντιπροσώπευε την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα προβλήματα του εγκλήματος (CEPC) του Συμβουλίου της Ευρώπης. Διορίστηκε το έτος 2005 Πρόεδρος της επιτροπής για τη σύνταξη του νέου Ελληνικού Ποινικού Κώδικα. Άσκησε από το έτος 1958 δικηγορία, ιδίως επί κακουργηματικής φύσεως υποθέσεων, σε ποινικά εφετεία, ορκωτά δικαστήρια και στον Άρειο Πάγο.
Ως διευθυντής του Τομέα Ποινικών Επιστημών (1982 μέχρι 2000, με την εξαίρεση δύο ετών) οργάνωσε κύκλο διετών εντατικών μεταπτυχιακών σπουδών, με υποχρεωτική καθημερινή παρακολούθηση και απόληξη την απονομή μεταπτυχιακού διπλώματος (ύστερα και από την συγγραφή διπλωματικής εργασίας), πολύ πριν νομοθετηθούν οι σπουδές αυτού του επιπέδου. Εξάλλου επέβλεψε ή έλαβε μέρος στην κρίση πολυάριθμων διδακτορικών διατριβών.
Ο κ. Ν. Ανδρουλάκης έχει πλουσιότατο συγγραφικό έργο και διεθνή αναγνώριση.