Γραφείο Προϋπολογισμού: Χωρίς σοβαρή ελάφρυνση χρέους, θα χρεοκοπήσουμε
Στην τριμηνιαία έκθεσή του διαπιστώνει πρόοδο στις σχέσεις με τους θεσμούς, μιλά για θετικές προοπτικές στην οικονομία και ενδείξεις ότι αφήνει την κρίση πίσω της, προσθέτοντας ωστόσο ότι «η μακροχρόνια αναπτυξιακή προοπτική παραμένει αμφίβολη όσο καιρό δεν αλλάζουν βασικές δομές και θεσμοί της χώρας» και απευθύνει εννέα συστάσεις στην κυβέρνηση.
Επαναλαμβάνει τους φόβους του για εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, γεγονός που θα έχει άμεση επίπτωση στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων των επόμενων ετών. Για τους τελευταίους δε, επιμένοντας ότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι «μάλλον ανέφικτα» ελπίζει σε αναθεώρηση των στόχων.
Σημειώνει δε ότι δεν συνιστά «εμμονή στον στόχο της υπέρβασης των προβλεπόμενων από τις συμφωνίες με τους θεσμούς πρωτογενών πλεονασμάτων. Θεωρούμε ότι συνολικά «πνίγουν» την ανάπτυξη καθώς στηρίζονται κυρίως σε φόρους. Αν πάλι θεωρηθούν οι υπερβάσεις αναγκαίες, τότε θα πρέπει πραγματικά να εξετασθεί ο τρόπος δικαιότερης αναδιανομής τους, ώστε να ωφεληθούν αυτοί που το έχουν πραγματικά ανάγκη».
Εξηγήσεις και υπενθυμίσεις των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα για πολλά χρόνια προς αποφυγή παρερμηνειών των υποσχέσεων της κυβέρνησης περί καθαρής εξόδου από τα μνημόνια και τέλος της επιτροπείας, δεν λείπουν από την έκθεση του Γραφείου.
Όπως σημειώνει «το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής («μνημόνιο») τελειώνει τον Αύγουστο 2018. Ο γενικός στόχος της κυβέρνησης είναι να πετύχει «καθαρή έξοδο στις αγορές», δηλαδή να εξυπηρετεί τα δάνεια της χώρας χωρίς τη διακρατική βοήθεια του ΕΜΣ (και οριακά του ΔΝΤ). Πρόκειται για ένα θεμιτό στόχο γιατί, αν επιτευχθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, το τέλος της αυστηρής και σε βάθος εποπτείας που συνοδεύει τα μνημόνια, ενώ θα ανοίξει και τον δρόμο για ελάφρυνση του χρέους».
Ωστόσο, τονίζει, «η έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει είσοδο σε μια κατάσταση χωρίς δημοσιονομικούς (και άλλους) περιορισμούς. Η Ελλάδα, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και ειδικά της Ευρωζώνης […] Ακόμα και μια «καθαρή» έξοδος στις αγορές δεν συνεπάγεται και έξοδο από κάθε επιτήρηση!».
Για να συνεχίσει λαμβάνοντας υπόψη και το ενδεχόμενο ανάγκης να υπάρξει γραμμή προληπτικής στήριξης λέγοντας ότι «επίσης, η πιθανόν αναγκαία προληπτική γραμμή στήριξης και ακόμη περισσότερο τα μέτρα ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους θα συνοδεύονται από οικονομική εποπτεία».
Οι εννέα συστάσεις
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή συνιστά στην κυβέρνηση τα εξής:
1) Να επιταχύνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας, στη διάχυση της καινοτομίας και, επομένως, της δυνητικής παραγωγικής ικανότητας.
2) Να εντείνει τις προσπάθειες για ρύθμιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
3) Να συνεχίσει τις προσπάθειες για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, μειώνοντας το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής στα ασθενέστερα εισοδηματικά στρώματα.
4) Να ολοκληρώσει την επανεξέταση των κρατικών δαπανών (spending review).
5) Να εντείνει τις προσπάθειες κατά της φοροδιαφυγής, αρχίζοντας από τις εμφανέστερες και μεγάλες ευκαιρίες για φοροδιαφυγή που συνδέονται με τη διακίνηση του πετρελαίου.
6) Να ενθαρρύνει σαφή πρόοδο στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να αρχίσει σταδιακά να αποκαθίσταται η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος στη χώρα, παρέχοντας την απαιτούμενη ρευστότητα στην οικονομία.
7) Να αξιοποιήσει πλήρως, εγκαίρως και αποτελεσματικά όλες τις δυνητικές πηγές ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
8) Να εκτελεί ομαλά τον προϋπολογισμό, τόσο από την πλευρά των εσόδων όσο και από την πλευρά των δαπανών, ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη λήψης επιπλέον δημοσιονομικών μέτρων.
9) Να συνεχίσει την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου, χωρίς τη μαζική συσσώρευση νέων.
Αργυρώ Τσατσούλη