Γιατί στη γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού μοιράζουν βασιλικό στις εκκλησίες
Όλοι γνωρίζουμε πως τον Χριστό μας τον σταύρωσαν. Τον κάρφωσαν δηλαδή πάνω σ’ ένα ξύλινο σταυρό, κι εκεί ξεψύχησε.
Τον ξύλινο σταυρό οι Χριστιανοί τον έθαψαν βαθιά στο χώμα για να μην τον βρουν οι ειδωλολάτρες και τον μολύνουν. Έτσι ο Τίμιος Σταυρός έμεινε χρόνια πολλά θαμμένος μέσα στη γη.
Όταν έπειτα από καιρό επικράτησε ο Χριστιανισμός, η Αγία Ελένη αποφάσισε να βρει και να ξεθάψει τον Τίμιο Σταυρό και να τον στήσει μέσα στην εκκλησία στα Ιεροσόλυμα για να τον προσκυνούν οι Χριστιανοί. Πήγε λοιπόν η ίδια στα Ιεροσόλυμα και ζήτησε να μάθει σε ποιο μέρος ήταν θαμμένος ο Σταυρός.
Όμως κανένας Χριστιανός δεν ήξερε να της πει. Εκείνοι που πριν από πολλά χρόνια τον είχαν θάψει βαθιά στο χώμα, είχαν πια πεθάνει. Έβαλε λοιπόν η Αγία Ελένη χιλιάδες εργάτες κι άρχισαν να σκάβουν όλα τα χωράφια εκεί γύρω. Είχε ακλόνητη πίστη πως κάπου θα τον έβρισκε. Πολλούς μήνες δούλευαν οι εργάτες χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια μέρα, καθώς η Αγία Ελένη βάδιζε μέσα σ’ ένα χωράφι, πάτησε ένα χορτάρι και αμέσως μια γλυκιά μυρωδιά γέμισε τον αέρα.
«Τι ωραία μυρωδιά είναι αυτή», είπε από μέσα της η Αγία Ελένη.
«Από που να χύνεται αυτή η γλυκιά μοσχοβολιά;».
Καθώς κοίταξε γύρω της έσκυψε κι έκοψε ένα κλαδάκι απ’ το φυτό που πάτησε, το μύρισε και τότε κατάλαβε πως το χορτάρι εκείνο ήταν που σκορπούσε την γλυκιά ευωδιά.
Μεμιάς ο νους της φωτίστηκε, φώναξε έναν εργάτη και του είπε να σκάψει σ’ εκείνο το μέρος.
Σε λίγο, τι θαύμα! Ο εργάτης βρήκε εκεί τον Τίμιο Σταυρό όπου επάνω ξεψύχησε ο Χριστός μας.
Από εκείνη τη στιγμή, το μυρωδάτο αυτό φυτό λέγεται βασιλικός, γιατί φύτρωσε στο σημείο που ήταν θαμμένος ο Σταυρός, όπου είχε σταυρωθεί ο βασιλιάς του κόσμου.
Γι’ αυτό μοιράζουν βασιλικό στις εκκλησίες στη γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου.
Πηγή: vimaorthodoxias.gr
Η θρησκευτικότητα δεν είναι θέμα προσωπικό, είναι θέμα καθαρά κοινωνικό. Οπότε, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε το τι λειτουργία επιτελεί η θρησκευτικότητα σε μια κοινωνία.
Στη δική μας κοινωνία, δύο χρόνια πριν αρχίσουν τα παιδιά να εισάγονται στις έννοιες της έρευνας και του πειράματος στις Φυσικές Επιστήμες και των θεμάτων της ‘Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής’ (Πέμπτη δημοτικού), έχουν ήδη εντρυφήσει σε δεκάδες ενότητες θρησκευτικού περιεχομένου (Τρίτη δημοτικού) κι έχουν διδαχθεί ότι υπάρχει ένας θεός ο οποίος παρεμβαίνει στην καθημερινότητά μας, ότι η γυναίκα έγινε από την πλευρά του άντρα για να του κάνει παρέα, ότι γύρω μας υπάρχουν αγγελικές και δαιμονικές υπάρξεις όπως ο σατανάς, ότι γύρω μας γίνονται διαρκώς θαύματα με εικόνες που δακρύζουν και κόκκαλα που γιατρεύουν, ότι το καλό είναι αυτό που ορίζει ο θεός, οτι η ηθική δεν είναι κοινωνικές συμβάσεις αλλά οι απαράβατες εντολές του θεού, ότι με τις προσευχές μας επηρεάζουμε την πραγματικότητα, κλπ κλπ κλπ.
Κι όλα αυτά δεν τα διδάσκονται τα παιδιά ως ιστορικούς μύθους (όπως τη μυθολογία)
ή ως στοιχεία παράδοσης (όπως τη λαογραφία) αλλά ως την “Αλήθεια”. Με αυτό τον έμμεσο τρόπο, μέσω του μηχανισμού της αυτόματης ασυνείδητης κοινωνικής συναίνεσης, διαμορφώνονται από την εκκλησία – ως μη όφειλαν – αντιλήψεις για το τι είναι αποδεκτό και το τι όχι για μια σειρά θεμάτων που κανονικά θα έπρεπε να αποτελούν πεδίο ειδικών επιστημών: Στα θέματα οικογένειας και σχέσεων το σωστό θα ήταν να είχαμε ένα μάθημα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, τα θέματα κοινωνικών προβλημάτων να τα προσεγγίζουμε μέσα από την Κοινωνική και πολιτική Αγωγή, τα προσωπικά θέματα μέσα από μαθήματα ψυχολογίας και φιλοσοφίας κλπ.
Από κει και πέρα η πίστη είναι θέμα προσωπικό. Κι ο καθένας έχει την ελευθερία να πηγαίνει τα παιδιά του για κατήχηση αν το επιθυμεί κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Ευτυχώς οι πιστοί σήμερα (αν και δίχως πολλοί να το συνειδητοποιούν), δεν έχουν το χαρακτηριστικό γνώρισμα της πραγματικής πίστης: την Γνώση μέσω της πίστης. Έχουν μόνο πίστη ασαφώς μετεωρισμένη, και την στηρίζουν με διαρκείς ανακατασκευές υποστυλωμάτων. ΔΕΝ είναι αυτό το πράγμα κανονική πίστη.
Βέβαια ο Νίτσε σχετικά με την πίστη είχε πει: “Πίστη σημαίνει να μη θέλεις να ξέρεις την αλήθεια”.