Η έννοια της απιστίας είναι όρος κοινωνικός. Στη Βιολογία ο αντίστοιχος όρος είναι η πολυγαμία και επομένως, από καθαρά βιολογική σκοπιά, όλοι μας είμαστε πολυγαμικοί.
Η κοινωνική ηθική, η οποία καθοδηγούνταν από τη θρησκεία, προωθούσε τον θεσμό της οικογένειας. Οι κοινωνικές όμως αλλαγές έφεραν νέες ηθικές αντιλήψεις. Σήμερα, επικρατούν η ηθική της πλειονότητας, που θεωρεί ηθικό ό,τι κάνει η πλειονότητα των ανθρώπων και δίνει εύκολο άλλοθι για συμπεριφορές που νομιμοποιούνται, επειδή το ίδιο κάνουν και οι άλλοι.
Κατά καιρούς, πολλά έχουν γραφεί περί απιστίας, τόσο στον Τύπο όσο και στην επιστημονική βιβλιογραφία. Αντιλήψεις, όπως ‘Ολοι είμαστε άπιστοι’, ‘Οι άνθρωποι απιστούν επειδή δεν είναι ερωτευμένοι με τον σύντροφό τους’, ‘Αυτοί που απιστούν είναι περισσότερο σεξουαλικοί από τους άλλους’, ‘Η απιστία είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας ή της παραίτησης του άλλου συντρόφου’ είναι συχνά παραπλανητικές, μιας και δεν ανταποκρίνονται πάντα στην πραγματικότητα.
Η έννοια της απιστίας είναι όρος κοινωνικός. Στη Βιολογία ο όρος ‘απιστία’ δεν ευσταθεί. Ο αντίστοιχος όρος στην επιστήμη της Βιολογίας είναι η πολυγαμία. Εν δυνάμει, μιλώντας από καθαρά βιολογική σκοπιά, όλοι μας είμαστε πολυγαμικοί.
Αρκετοί Αμερικανοί επιστήμονες και ερευνητές επικέντρωσαν την προσοχή τους στους γενετικούς παράγοντες αυτής της πτυχής της ανθρώπινης συμπεριφοράς, δηλαδή της απιστίας. Επειδή, όμως, τα πράγματα στη φύση είναι πολύπλοκα ως προς την αιτιολογία τους και τη γένεση των φαινομένων, οι Ευρωπαίοι επιστήμονες μιλούν συνήθως για ένα βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο που διαμορφώνει τις ανθρώπινες συμπεριφορές.
Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, οι συμπεριφορές έχουν μεν ένα γονιδιακό προφίλ, ελέγχονται όμως και καθορίζονται από πολιτισμικούς, κοινωνικοοικονομικούς, περιβαλλοντικούς και άλλους παράγοντες.
Η ανθρώπινη σεξουαλικότητα έχει αναπτύξει από αιώνες δύο ισχυρούς δεσμούς, έναν με τη θρησκεία και έναν με την ηθική. Η θρησκεία προωθεί την αγάπη, όχι όμως τον έρωτα και το σεξ. Ετσι, περιορίζει το σεξ στο πλαίσιο του γάμου και για τον σκοπό της αναπαραγωγής.
Η κοινωνική ηθική, μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, η οποία καθοδηγούνταν από τη θρησκεία, προωθούσε τον θεσμό της οικογένειας. Οι κοινωνικές όμως αλλαγές που ακολούθησαν έφεραν καινούριες ηθικές αντιλήψεις, πιο χαλαρές από αυτές που επικρατούσαν στο παρελθόν.
Σήμερα, δύο ηθικές επικρατούν: η ηθική της πλειονότητας και η ατομικιστική ηθική. Η ηθική της πλειονότητας θεωρεί ηθικό ό,τι κάνει η πλειονότητα των ανθρώπων και δίνει εύκολο άλλοθι για συμπεριφορές που ‘νομιμοποιούνται’, επειδή το ίδιο κάνουν και οι άλλοι.
Ετσι, κάποιος που επιθυμεί να απενοχοποιήσει την απιστία μπορεί να επικαλεστεί την υψηλή συχνότητά της.
Η ατομικιστική ηθική θεωρεί ηθική πράξη αυτό που επιθυμεί και διαμορφώνει ο καθένας ξεχωριστά. Αυτή είναι μια ελαστικότερη ηθική που διαμορφώνεται από το κάθε άτομο ξεχωριστά, με δικά του προσωπικά κριτήρια και επιλογές. Είναι η θεώρηση που ουσιαστικά καταργεί την κοινωνική ηθική, τείνοντας να καταργήσει την έννοια του πλαισίου, όπου εμπίπτουν οι κοινώς αποδεκτές στάσεις και συμπεριφορές.
Κάποιος που λειτουργεί σε ατομικιστικό πλαίσιο δύναται να απατά τον σύντροφό του επειδή είναι πολυγαμικός και δεν είναι υποχρεωμένος να απολογηθεί γι’ αυτό.
Στη δεκαετία του ’70, εντάθηκε η άποψη της απόλυτης ταύτισης των δύο συντρόφων σε επίπεδο επιθυμιών, στόχων και επιλογών, που εκφράστηκε μέσα από τη λογική είμαστε ‘δύο σε ένα’. Οσο η ταύτιση αυτή γινόταν όλο και πιο απόλυτη τόσο καλύτερα ο στόχος είχε επιτευχθεί.
Παράλληλα όμως, εκείνη τη χρονική περίοδο, οι στάσεις απέναντι στη σεξουαλικότητα είχαν γίνει πλέον πιο φιλελεύθερες, ως επακόλουθο της σεξουαλικής επανάστασης.
Ετσι, το μοντέλο αυτό δεν ήταν δυνατόν να επιζήσει για πολύ. Η απόλυτη ταύτιση δημιουργούσε στην ουσία πολλά προβλήματα, χωρίς να αφήνει περιθώριο αυστηρά προσωπικής ζωής. Σχηματικά, οι δύο κύκλοι, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τον καθένα από τους δύο συντρόφους, ταυτίστηκαν απόλυτα.
Το μοντέλο αυτό δεν είχε την τύχη να επιζήσει περισσότερο από μία δεκαετία. Οι θεωρητικοί κύκλοι άρχισαν να απομακρύνονται ο ένας από τον άλλο. Το τέλος του 20ού αιώνα βρήκε τους δύο κύκλους με όλο και μικρότερη επικάλυψη.
Τα επικαλυπτόμενα τμήματα των κύκλων συμβολίζουν το κοινό κομμάτι της ζωής, τους κοινούς στόχους και τα κοινά ενδιαφέροντα.
Σήμερα, αρκετά ζευγάρια λειτουργούν σε δύο πεδία της καθημερινότητας: στο κοινό, το οποίο μοιράζονται και στο αυστηρά προσωπικό του καθενός. Η ανάγκη για προσωπικό χώρο του καθενός σε μια σχέση γίνεται σήμερα αποδεκτή από όλους τους εμπλεκόμενους με το θέμα ειδικούς, ψυχολόγους, γιατρούς και κοινωνιολόγους.
Τι περιέχει άραγε το προσωπικό πεδίο του κάθε συντρόφου; Σίγουρα, το παρελθόν του, τις αναμνήσεις του, τη φαντασία του, τα προσωπικά ενδιαφέροντα και τα όνειρά του. Θα μπορούσε ακόμα να περιέχει επαγγελματικούς στόχους και ενδιαφέρον για προϋπάρχοντα παιδιά από προηγούμενο γάμο και το ενδιαφέρον για τους προγόνους του.
Το ζητούμενο είναι αν σε αυτό το προσωπικό κομμάτι μπορεί να χωρέσει μια άλλη σεξουαλική σχέση.
Σύμφωνα με έρευνα του Ελληνικού Σεξολογικού Ινστιτούτου που διεξήχθη στο διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου του 2001 και Ιανουαρίου του 2002, από τους 234 άντρες που ρωτήθηκαν, το 61,9%, και από τις 245 γυναίκες, το 40,8%, είχαν σε κάποια στιγμή της ζωής τους μια ευκαιριακή ή μια μόνιμη παράλληλη σχέση.
Αντιθέτως, το 48,8% όλων των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι δεν είχαν ποτέ.
Η Ιατρική Σεξολογία ορίζει πλαίσιο σεξουαλικής συμπεριφοράς μιλώντας για φυσιολογική σεξουαλική συμπεριφορά, για οριακές συμπεριφορές και για παραφιλίες (διαστροφές). Το πλαίσιο όμως αυτό υπαγορεύεται από την ηθική της κοινωνίας.
Το ζητούμενο είναι αν η ίδια η σεξουαλικότητα μπορεί να λειτουργήσει χωρίς πλαίσιο, σε εποχές, μάλιστα, που οι ηθικοί κανόνες είναι περισσότερο χαλαροί. Σε περιόδους, όμως, χαλαρότητας ή ανυπαρξίας κανόνων εμφανίζεται αποχή από την ερωτική δραστηριότητα.
Αν, όμως, το πλαίσιο της σεξουαλικότητας, το οποίο εμπεριέχει και το ενδεχόμενο της απιστίας, δεν τίθεται τελικά ούτε από τη θρησκεία ούτε από την ηθική, τότε οφείλει να οριστεί από το ίδιο το ζευγάρι! Οι δύο σύντροφοι πρέπει να συμφωνήσουν για το ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτή στη σχέση τους.
Δεν θα ήταν λάθος να συζητήσουν περί απιστίας και να θέσουν τους κανόνες εκείνους που θα καλούνται να ακολουθήσουν και οι δύο, προκειμένου να διασφαλίσουν την ‘ακεραιότητα’ και την επιβίωση της σχέσης, να προστατέψουν τον καθένα από το να πληγωθεί και να μην κλονιστούν τα αισθήματα αγάπης και εμπιστοσύνης που μοιράζονται.
Πηγή: iatronet.gr