Ήταν το μεγάλο της μυστικό. Ο θάνατος που την πόνεσε όσο τίποτα άλλο στη ζωή της και απέφευγε συστηματικά να μιλάει γι’ αυτόν. Σε όλες τις συνεντεύξεις της μιλούσε μόνο για την πολυαγαπημένη της μητέρα
Αντίθετα, αναφορές για τον πατέρα της από την ίδια δεν υπήρξαν ποτέ. Η «News» ανοίγει τον φάκελο «Ιωάννης Βουγιουκλάκης: Νομάρχης Αρκαδίας» και καταγράφει καρέ καρέ όλες τις συγκλονιστικές στιγμές της εκτέλεσης του πατέρα της εθνικής σταρ.
«Τον νομάρχη Αρκαδίας στην Κατοχή Ιωάννη Βουγιουκλάκη, τον πατέρα της Αλίκης, τον σκότωσαν οι αντάρτες με τρόπο βασανιστικό. Θεωρήθηκε συνεργάτης των Ιταλών και των Γερμανών, με αποτέλεσμα μαζί με άλλους τέσσερις, αφού τους χτυπούσαν νύχτα μέρα, σχεδόν μισοπεθαμένους τους έβαλαν να σκάψουν τον τάφο τους. Εκεί αφού τους έριξαν μέσα, τους τουφέκισαν». Με αυτά τα συνταρακτικά λόγια ενός από τους τελευταίους επιζώντες της εποχής εκείνης, του Γιώργου Πετρίδη, αλλά και του αντιστασιακού Ανδρέα Κωτσόπουλου, η «News» αποκαλύπτει για πρώτη φορά το μεγάλο μυστικό της εθνικής μας σταρ Αλίκης Βουγιουκλάκη. Ένα μυστικό που η ίδια θέλησε να πάρει μαζί της στον τάφο. Δεν το αποκάλυψε ποτέ. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι σε καμιά συνέντευξή της η Αλίκη δεν μιλάει για τον πατέρα της, αλλά δίνει όλη της την έμφαση στην πολυαγαπημένη της μητέρα, την κυρία Έμυ.
Πίσω από τα χαμόγελα και τα αστραφτερά φορέματα… Πίσω από τη λάμψη, τη δόξα και τα πλούτη, η Αλίκη, η γυναίκα που δημιούργησε το μύθο του ελληνικού κινηματογράφου, έκρυβε αυτό το μεγάλο μυστικό.
Στην οικογένειά της τα κρυφά δάκρυα της Αλίκης για τον πατέρα Ιωάννη Βουγιουκλάκη ήταν καθημερινή συνήθεια. Η ίδια δεν μπόρεσε ποτέ να το ξεπεράσει κι ας ήταν τότε μικρό κορίτσι. Δεν ήταν, άλλωστε, τυχαίο το γεγονός ότι η ευαίσθητη Αλίκη κάθε τέλος του μήνα έδινε χρήματα σε διάφορα γηροκομεία της Αθήνας, προκειμένου να απαλύνει το δικό της πόνο από τον τόσο πρόωρο (και με τέτοιο τρόπο) χαμό του πατέρα της!
Σήμερα, 70 χρόνια μετά από το θάνατό του, η «News» ταξίδεψε στα απομακρυσμένα χωριά της Αρκαδίας, Πλάτανος και Χάραδρος, συνομίλησε με τους τελευταίους επιζώντες που έζησαν το γεγονός της δολοφονίας και ανοίγει για πρώτη φορά την πολύκροτη υπόθεση του Ιωάννη Βουγιουκλάκη. Ενός περιστατικού που η ίδια η Αλίκη ποτέ μα ποτέ δεν δημοσιοποίησε μη θέλοντας να φέρει στη μνήμη της τα τραγικά γεγονότα εκείνης της περιόδου που σημάδεψαν την παιδική της ψυχή αλλά και την υπόλοιπη ζωή της.
Ο διορισμός από τον Τσολάκογλου
Αρχές 1941. Η Γερμανική σκλαβιά έχει σκεπάσει τα πάντα. Η ιταλική κατοχή έχει ήδη γίνει βίωμα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και αξιωματούχοι του ιταλικού και γερμανικού κράτους έχουν εγκατασταθεί στις μεγάλες πόλεις. Τότε στο τιμόνι της διακυβέρνησης της χώρας βρίσκεται ο στρατηγός Τσολάκογλου, ο οποίος διορίζει όλους τους αιρετούς, προκειμένου να έχει τον έλεγχο της κατάστασης στα χέρια του. Φυσικά το διορισμό του Ιωάννη Βουγιουκλάκη σε νομάρχη Αρκαδίας από την κυβέρνηση Τσολάκογλου δεν τον αναφέρουμε αυθαιρέτως εμείς αλλά ο ίδιος ο Βουγιουκλάκης σε έναν από τους λόγους του προς τον αρκαδικό λαό στις 4 Νοεμβρίου 1941. Το έγγραφο-ντοκουμέντο που παρουσιάζει σήμερα πρώτη φορά δημοσίως η «News» έχει τη σφραγίδα της Εταιρείας Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων Πελοποννήσου από όπου και το πήραμε. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ιωάννης Βουγιουκλάκης σε λόγο του προς τον αρκαδικό λαό: «Αρκάδες, φέρων τον σταυρόν που μου έδωσε η κυβέρνησις του Έλληνος Πατριώτου Στρατηγού Τσολάκογλου ήλθα κοντά σας έτοιμος να ανέβω τον Γολγοθά διά να συγκρατηθεί ό,τι είναι δυνατόν διά να περισωθεί ό,τι είναι δυνατόν και με τον ηρωικό μας μόχθον και την ειλικρινήν και έντιμον εις την Ευρωπαϊκήν πραγματικότητα προσήλωσίν μας να ανατείλουν αι καλλίτεραι ημέραι της πατρίδος μας».
Για την προσωπικότητα αλλά και τον βίο του τότε νομάρχη Αρκαδίας Ιωάννη Βουγιουκλάκη, οι απόψεις διίστανται. Πολλοί τον θεωρούν φιλεύσπλαχνο και άνθρωπο που φρόντιζε τον αρκαδικό λαό. Οι αντιστασιακοί από την άλλη τον θεωρούν άνθρωπο των Ιταλικών και Γερμανικών Αρχών, άρα εχθρό της Ελλάδας. Η News θέλοντας να υπάρξει πλήρης αντικειμενικότητα στο ρεπορτάζ, παρουσιάζει όλες τις εκδοχές όπως τις κατέγραψε στα χωριά και τους τόπους που θήτευσε ο νομάρχης Αρκαδίας Ιωάννης Βουγιουκλάκης καθώς και σε έγγραφα της εποχής εκείνης.
Τους χτυπούσαν το κεφάλι στο δρόμο
Η επίσκεψή μας στο χωριό Πλάτανος Αρκαδίας. προκειμένου να βρούμε ανθρώπους να μιλήσουν για τον Ιωάννη Βουγιουκλάκη, κρύβει μια έκπληξη. Μια ζωντανή ιστορία! Ο 86χρονος Γιώργος Πετρίδης, που έζησε τα γεγονότα εκείνης της εποχής ως 14χρονο παιδί, μας αναφέρει τον Βουγιουκλάκη σαν έναν καλοκάγαθο νομάρχη ο οποίος βοηθούσε τους πολίτες. «Ο Βουγιουκλάκης θεωρούνταν καλός άνθρωπος για τον απλό λαό. Είχε βάλει ορισμένα πράγματα σε μια αποθήκη προκειμένου να τα μοιράσει στους Τριπολιτσιώτες. Τότε, λοιπόν, ερχόμενοι οι Γερμανοί στην Τρίπολη άνοιξαν τις αποθήκες και πήραν τα τρόφιμα, με αποτέλεσμα να θεωρήσουν οι αντάρτες ένοχο τον Βουγιουκλάκη».
Στα μάτια του υπερήλικα γέροντα διακρίνεις τις εικόνες που ο ίδιος βίωσε. Βγάζουν σπίθες. Θυμάται λεπτό προς λεπτό τα γεγονότα. «Μετά από μέρες, οι αντάρτες κατάφεραν να πιάσουν τον Βουγιουκλάκη και να τον φέρουν μαζί με άλλους τέσσερις εδώ στο χωριό Χάραδρο, που βρίσκεται λίγο μακρύτερα από τον Πλάτανο». Τα δραματικά γεγονότα που ο 86χρονος μαρτυρά φανερώνουν και την αγριότητα της εποχής. «Ο Βουγιουκλάκης έφαγε τόσο ξύλο που δεν μπορούσε να ζήσει άνθρωπος μετά από αυτό. Ήταν νύχτα, εγώ δεν τους είχα δει, όμως ένας μεγαλύτερος από εμένα ονόματι Τερζάκης, που ήταν μπροστά στο περιστατικό, μας έλεγε πριν μερικά χρόνια πως τόσο ξύλο ούτε ένα μεγάλο ζώο δεν θα άντεχε. Τους χτυπούσαν το κεφάλι στο δρόμο. “Μίλα ρε”, του έλεγαν. “Τι να σας πω ρε παιδιά. Δεν ξέρω τίποτα. Γιατί να πάρω και άλλους στο λαιμό μου” τους έλεγε».
Ξέθαψε τα οστά του πατέρα της
Ο υπερήλικας γέροντας σηκώνεται από την καρέκλα του. Πηγαίνει προς το μπαλκόνι. «Εκεί απέναντι στη στάνη ήταν ο τάφος τους. Τους έθαψαν και τους τέσσερις σε ένα μνήμα. Σήμερα το μνημείο έχει οργωθεί από γεωργούς». Όπως εκμυστηρεύεται ο Γιώργος Πετρίδης στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 όλο το χωριό Πλάτανος βρίσκεται στο πόδι. Η είδηση ότι η μεγάλη πρωταγωνίστρια Αλίκη Βουγιουκλάκη έχει έρθει να πάρει τα οστά του πατέρα της συγκλονίζει όλους τους κατοίκους. «Είχε φέρει μαζί της και εργάτες για να ξεθάψει τα οστά του πατέρα της», λέει και χαμογελά ο 86χρονος στο άκουσμα και μόνο του ονόματος της Αλίκης! Λίγο αργότερα, και ενώ μας ξεναγεί στο χωριό του, ο Γιώργος Πετρίδης επιβιβάζεται στο αμάξι με σκοπό να μας πάει στον τόπο της δολοφονίας του Βουγιουκλάκη. Σε ένα ξέφωτο μεταξύ του χωριού Χάραδρος και Πλάτανος, οι αντάρτες, αφού σέρνουν τον Βουγιουκλάκη με τους τέσσερις συλληφθέντες και μετά από άγριο ξυλοδαρμό -σχεδόν θανάτου-, τους αναγκάζουν να σκάψουν τον τάφο τους. «Εδώ μέσα τους έριξαν και σχεδόν μισοπεθαμένους τους τουφέκισαν. Και η εκτέλεση έγινε εδώ απόμερα, για να μην ακουστεί στα δύο χωριά», λέει ο Γιώργος Πετρίδης.
Η σύλληψη και οι τελευταίες ώρες
Αναζητώντας μέσα από το ρεπορτάζ την αλήθεια της δολοφονίας του νομάρχη Αρκαδίας Ιωάννη Βουγιουκλάκη, πατέρα της Αλίκης, για μία ακόμα φορά ήρθαμε πρόσωπο με πρόσωπο με την Ιστορία. Μία από τις σημαντικές μαρτυρίες που ρίχνουν φως στη δολοφονία είναι και αυτή του 90χρονου σήμερα αντιστασιακού Μίμη Μαζωμένου, του ανθρώπου που έζησε από πολύ κοντά τον τότε νομάρχη, λόγω της ΕΠΟΝ, ο οποίος με άδειά του μας παραχώρησε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αρκαδικά Νέα» το Μάιο του 2010. Ο κ. Μαζωμένος μάς ζήτησε να ειπωθεί αυτούσια η αλήθεια για τη δολοφονία του Βουγιουκλάκη, χωρίς να την ωραιοποιήσουμε λόγω της εθνικής μας σταρ Αλίκης Βουγιουκλάκη. Μετά από δύο μακροσκελή κείμενα που αναφέρονται στην περίοδο διοίκησης της Νομαρχίας από τον Βουγιουκλάκη, καταλήγει ο κ. Μαζωμένος: «Τέλος Δεκεμβρίου 1943, αρχές Γενάρη 1944 βρισκόμαστε με το 2ο Τάγμα του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στο Μοναστήρι Άη Θανάση, στα Καλύβια Φενεού Κορινθίας. Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα. Καθόμαστε με τον αξέχαστο φίλο και συναγωνιστή μου Τάκη Μπιτσάνη και κουβεντιάζαμε αναπολώντας τη ζωή μας στην Τρίπολη όταν μας πλησίασε ο Καπετάνιος του Τάγματος -και κατοπινά του Συντάγματος- ο Ηρακλής ο Τζάθας και μας έδωσε την είδηση ότι επάνω στο Ηγουμενείο βρίσκεται ο Βουγιουκλάκης, που μας τον έφεραν κρατούμενο. Τον είχαν συλλάβει σε έναν σταθμό του σιδηροδρομικού άξονα Τρίπολης-Κορίνθου συνοδεύοντας ένα βαγόνι γεμάτο ληστευμένα αγροτικά προϊόντα όπως μας είπαν με προορισμό την Αθήνα. Τον επισκέφθηκα σε ένα κελί που στο μεταξύ τον είχαν μεταφέρει… Ήταν ένα ανθρώπινο κουρέλι. Αυτός ο υπερόπτης “άφτερος Ντούτσε” ήταν ένα άθλιο, αξιοθρήνητο και τρομαγμένο ανθρωπάκι. Πραγματικά ήταν να τον λυπάσαι», λέει ο Μίμης Μαζωμένος και συνεχίζει την περιγραφή του. «Κάθε αντάρτη που έβλεπε τον ικέτευε να τον σώσει. Του εξήγησα ότι εμείς δεν έχουμε δικαιοδοσία σε παρόμοια θέματα. Δεν είμαστε δικαστήριο, ούτε καν ανακριτικό γραφείο. “Η μόνη μας υποχρέωση και ευθύνη είναι να σε προωθήσουμε στις αρμόδιες Υπηρεσίες (Πολιτοφυλακή και Ανακριτικό Γραφείο) που βρίσκονται στην Κυνουρία. Εκεί θα δώσεις εξηγήσεις για τη συμπεριφορά σου σαν συνεργάτης των κατοχικών στρατευμάτων”. Την επομένη το πρωί, παρουσία όλων των ανδρών του Τάγματος που είχαν συγκεντρωθεί για να δουν τον πρώην παντοδύναμο Βουγιουκλάκη -καθώς το όνομά του ήταν πασίγνωστο σε όλο τον Μωριά, και όχι μόνο, για τα κατορθώματά του, κυρίως στη λεηλασία της αγροτικής σοδειάς- και με συνοδεία ανταρτών πήρε το δρόμο για την Κυνουρία. Αυτή η σκηνή θα μου μείνει χαραγμένη στο νου για πάντα. Μια φιγούρα σε πλήρη ψυχική κατάρρευση. Βλέποντας αυτή την εικόνα αυτόματα σου έρχονταν στο μυαλό τα παλικάρια που ολόρθα, περήφανα στέκονταν μπροστά στα έξι τουφέκια ζητωκραυγάζοντας για την Ελλάδα, τη λευτεριά και τον αδούλωτο λαό μας. Όπως μάθαμε αργότερα, δικάστηκε στην Κυνουρία σε ανοιχτή δίκη από λαϊκό δικαστήριο και εκτελέστηκε».
Αντώνης Βουγιουκλάκης: «Ο πατέρας μου ήταν ηρωική μορφή…»
Ο γιος του αείμνηστου Ιωάννη Βουγιουκλάκη και αδερφός της Αλίκης, Αντώνης, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία της «News», για πρώτη φορά μιλάει για τον πατέρα του: «Όσες φορές έτυχε να βρεθώ σε εκείνα τα μέρη, οι περισσότεροι μου μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον πατέρα μου. Μας λένε πόσο πολύ βοήθησε τον κόσμο και πολλά άλλα εκπληκτικά πράγματα που έκανε τα οποία και εμείς οι ίδιοι δεν γνωρίζαμε», λέει ο Αντώνης Βουγιουκλάκης και συνεχίζει τη σύντομη περιγραφή του, καθώς όπως λέει ήταν πολύ μικρός και δεν έζησε τα γεγονότα για να μπορεί να έχει εικόνες εκείνης της περιόδου. «Ο πατέρας μου ήταν από τις πιο σημαντικές και ηρωικές μορφές της εποχής εκείνης, καθώς έσωσε πολύ κόσμο. Αναμφισβήτητα όμως, η έλλειψη του πατέρα είναι από τις πιο συνταρακτικές στιγμές στη ζωή ενός παιδιού». Στην ερώτησή μας αν τελικά δολοφονήθηκε από αντάρτες, ξαφνιασμένος και δυσανασχετώντας μας απαντά: «Δεν είναι οι κατάλληλες εποχές για να αναμοχλεύσουμε τέτοια γεγονότα. Γιατί όταν υπάρχει λόγος θα υπάρχει και αντίλογος και πάει λέγοντας». Κλείνοντας τη συζήτηση ο Αντώνης Βουγιουκλάκης δεν παραλείπει να αναφερθεί στην αδερφή του Αλίκη και στο στίγμα που της άφησε ο θάνατος του πατέρα τους, μέχρι την τελευταία της ώρα: «Η Αλίκη συνεχώς έκλαιγε για τον πατέρα μας. Δεν ήθελε να το πιστέψει όλο αυτό. Της άφησε μεγάλη πληγή αυτό το δυσάρεστο γεγονός», μας λέει.
«Έριχναν μεγάλα λιθάρια πάνω στα κεφάλια τους»
Στο βιβλίο «Εθνική Αντίστασις 1941-45» του Κοσμά Εμμ. Αντωνόπουλου είναι καταγεγραμμένη με κάθε λεπτομέρεια η δολοφονία του Ιωάννη Βουγιουκλάκη. Με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες ο Κοσμάς Αντωνόπουλος περιγράφει το τραγικό τέλος του πατέρα της Αλίκης! «Εις το στρατόπεδον συγκεντρώσεως Χαράδρου Κυνουρίας ήσαν 65 κρατούμενοι, από διάφορες περιοχές Τριπόλεως. Επιστήμονες, υπάλληλοι, αγρότες, επαγγελματίες, νέα παιδιά, ήσαν φυλακισμένοι από τους κομμουνιστάς, διότι δεν τους ακολουθούν. Τούς βασανίζουν κάθε ημέρα, κάθε νύκτα και οποίους θελήσουν παίρνουν λίγους λίγους, ομάδες και τους εκτελούν, τους αποτελειώνουν. Εκεί είναι, μεταξύ άλλων, ο Γ. Βουγιουκλάκης από την Λακωνίαν, ο Αναστάσιος Καναβάρος από την Λακωνίαν, ο Σαράντος Πουρναράς από το Πάπαρι Μαντινείας, ο Γεώργιος Τράκας από Πάπαρι Μαντινείας και ο Τάκης Κουγιούφας εκ Τριπόλεως. Ο Βουγιουκλάκης είχε υπηρετήσει ως νομάρχης Αρκαδίας κατά τά έτη 1941-43 και είχε προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες εις όλους τους κατοίκους. Με την ικανότητά του και την δραστηριότητά του είχε προμηθεύσει τρόφιμα εις τους κατοίκους. Με την αυτοθυσίαν του και την πολιτικότητά του είχε κατορθώσει να σώση πολλούς από το εκτελεστικό απόσπασμα των Ιταλογερμανών. Και ο οπλαρχηγός Γρηγόριος Μαντζουράνης βεβαιώνει ο ότι ο Βουγιουκλάκης τον εβοήθησε να σωθή από τους Ιταλούς το 1941. Το 1942 παραιτείται από νομάρχης, διότι δεν είχεν ελπίδες, πλέον, να προσφέρη υπηρεσίες στον τόπο και επιστρέφει εις την Αθήνα πλησίον της οικογενείας του. Αλλά πεινάει ή οικογένειά του. Αναγκάζεται κατά Νοέμβριον 1943, να γυρίση εδώ και εκεί, να εΰρη λίγα τρόφιμα με ανταλλαγή ρούχων που είχε μαζί του και πηγαίνει εις τα χωριά της Κορινθίας. Εκεί τον συλλαμβάνουν οι κομμουνισταί και τον μεταφέρουν εις το στρατόπεδον Χαράδρου Κυνουρίας. Ο Αναστάσιος Κανάβαρος το 1941 υπηρετούσε ως φύλαξ φυλακών Τριπόλεως. Τον Νοέμβριον 1943 τον συλλαμβάνουν οι κομμουνισταί και τον φέρνουν και αυτόν στο ίδιο στρατόπεδο, χωρίς κανένα λόγον. Διά την ομάδα αυτήν των κρατουμένων οι κομμουνισταί αρχίζουν ειδικά βασανιστήρια. Τους παίρνουν κάθε πρωί από το στρατόπεδο, τους μεταφέρουν εις απόστασιν 100 μέτρων και τους αρχίζουν εις το ξύλο μέχρις αίματος. Αυτό συνεχίζεται κάθε πρωί, μέχρις ότου τους έσπασαν τα πόδια και τα χέρια. Επειδή δεν ημπορούσαν να βαδίσουν πλέον, τους βασανίζουν παρουσία όλων των κρατουμένων του στρατοπέδου. Μαζί με τους κρατουμένους είναι και ο Στέφανος Χατζόπουλος, σύνδεσμος των ανταρτών του Ε.Σ. Ταϋγέτου, από το Ανεμοδούρι Μεγαλοπόλεως. Οι κομμουνισταί κουράζονται να τους κτυπούν. Ο Βουγιουκλάκης από τους πολλούς πόνους έλεγε: “Άνοιξε γη να μπω μέσα!”. Όλοι είχαν μείνει κάτω, σαν σακκιά, σωροί ανθρώπων. Την 31ην Δεκεμβρίου 1943, αποφασίζουν, πλέον, να τους εκτελέσουν, αλλά δεν μπορούν να βαδίσουν, δεν ημπορούσαν να σταθούν στα πόδια τους. Φέρνουν, λοιπόν, τρία μουλάρια και τους φόρτωσαν και τους πέντε, από εδώ και από εκεί, σαν φόρτωμα με σακκιά ή ξύλα. Τους μετέφεραν σε απόστασιν 150 μέτρων και τους έρριξαν μέσα σε μια νεροφαγιά, δηλ. σε ένα ανοιγμένο λάκκο από το νερό. Μετά για να τους αποτελειώσουν, τους έριχναν επάνω τους μεγάλα λιθάρια και τους έσπασαν τα κεφάλια τους… Έπειτα οι κομμουνισταί επέστρεψαν στο στρατόπεδον, διηγούντο τα έργα των και υπερηφανεύοντο διά το κατόρθωμά των».
Του Νίκου Νικόλιζα