«Έγκλημα κι τιμωρία» θυμίζει η δολοφονία της 84χρονης Μαρίας στα Καμένα Βούρλα
Η υπόθεση της δολοφονίας της 84χρονης Μαρίας στα Καμένα Βούρλα έχει συγκλονίσει την τοπική κοινωνία και θυμίζει, σε μια ανατριχιαστική αναλογία, το κλασικό μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι, Έγκλημα και Τιμωρία. Στο βιβλίο, ο Ρασκόλνικωφ διχάζεται από ηθικά διλήμματα και προσπαθεί να δικαιολογήσει τις πράξεις του μετά τη δολοφονία που διαπράττει. Αντίστοιχα, στην πραγματική ζωή, η 50χρονη ύποπτη για την ανθρωποκτονία της ηλικιωμένης κυρίας Μαρίας φαίνεται να τηρεί μια στάση άρνησης και σιωπής, χρησιμοποιώντας ως υπερασπιστική τακτική την πλήρη απόκρυψη της αλήθειας. Όπως και ο Ρασκόλνικωφ, η 50χρονη φαίνεται να είχε κίνητρο την ανάγκη για χρήματα, καθώς σύμφωνα με μαρτυρίες, η ηλικιωμένη κρατούσε στην ντουλάπα της ένα ποσό ύψους 10.000 ευρώ, το οποίο εξαφανίστηκε μαζί με ένα χρυσό δαχτυλίδι μεγάλης συναισθηματικής αξίας. Η απουσία ίχνους παραβίασης στην πόρτα του σπιτιού υποδεικνύει ότι το θύμα γνώριζε τον δράστη και άνοιξε την πόρτα εθελοντικά.
Οι αρχές παρακολουθούσαν προσεκτικά την υπόθεση από την αρχή, με τα αιματηρά αποτυπώματα στα παπούτσια και την χρονική ανακολουθία των γεγονότων να δημιουργούν έντονες ενδείξεις ενοχής για την 50χρονη γυναίκα. Σύμφωνα με την αστυνομία, η ύποπτη διατηρούσε στενές σχέσεις με την 84χρονη, την οποία βοηθούσε περιστασιακά, ενώ και ο σύντροφός της φρόντιζε τον κήπο της ηλικιωμένης. Το μεσημέρι της 12ης Οκτωβρίου, οι αστυνομικοί ανακάλυψαν τη σορό της άτυχης γυναίκας στο σπίτι της, έχοντας δεχτεί θανάσιμο πλήγμα στην πλάτη από μαχαίρι.
Τα στοιχεία που συνέλεξαν οι αρχές έδειχναν πως η 50χρονη βρισκόταν κοντά στον τόπο του εγκλήματος τη στιγμή που η δολοφονία έλαβε χώρα. Η χρονολογία και η θέση των βιντεοληπτικών καταγραφών ανατρέπουν τη μαρτυρία της, η οποία προσπάθησε να δημιουργήσει μια κάλυψη με αόριστες αναφορές και ισχυρισμούς για κλοπή των ενδυμάτων και των παπουτσιών της. Όμως, το υλικό από κάμερες ασφαλείας και οι φωτογραφίες στο κινητό της έφεραν στο φως αποδεικτικά στοιχεία, όπως τα παπούτσια τύπου sneakers που ταίριαζαν με τα αιματηρά αποτυπώματα στον τόπο του εγκλήματος.
Ο τρόπος που η ύποπτη διαχειρίστηκε την κατάσταση, εξαφανίζοντας μαχαίρι, ρούχα και παπούτσια, αφήνει την αίσθηση μιας προμελετημένης πράξης, η οποία όμως φέρνει στο φως και το αναπόφευκτο ψυχολογικό βάρος που ακολουθεί τη διάπραξη ενός εγκλήματος.
Όπως στο αριστούργημα του Ντοστογιέφσκι, η ύποπτη βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με το αδιέξοδο της σιωπής της και με τις συνέπειες των πράξεών της, ενώ η αλήθεια, σιγά-σιγά, βγαίνει στην επιφάνεια, αποκαλύπτοντας την τραγική κατάληξη μιας ζωής που τελείωσε άδοξα και βίαια. Το μόνο που δεν μπορούμε να ξέρουμε είναι αν η σημερινή δολοφόνος αποκρύπτει την αλήθεια μόνο για να αποφύγει την τιμωρία για την απαράδεκτα αποτρόπαιη πράξη της είτε έχει και κάποιες ενοχές, παρότι οι ενοχές δεν αλλάζουν το γεγονός.