27/12/2024

Κιβωτός του Κόσμου: Όλη η μαρτυρία του εφήβου για τον πατέρα Αντώνιο

0
Οι περιγραφές συγκλονίζουν. Τα λόγια είναι λίγα για να αποτυπώσουν τη φρίκη που έζησε στην «Κιβωτό του Κόσμου» ένας έφηβος για σχεδόν δύο χρόνια. Η κατάθεσή του στους αστυνομικούς του Ανηλίκων ξετυλίγει όλο το κουβάρι μιας ζοφερής υπόθεσης που μόλις τώρα ξεκίνησε.

Το «ΘΕΜΑ» αποκαλύπτει όλη την καταγγελία του 19χρονου που δόθηκε το πρωί της περασμένης Τετάρτης στον 8ο όροφο της ΓΑΔΑ. Σύμφωνα με τα όσα είπε, ο άνθρωπος που τον εκβίαζε για να εκτονώνει πάνω του αρρωστημένα ένστικτα και όσα ερεβώδη φώλιαζαν στο μυαλό του, εκμεταλλευόταν τον φόβο του και την ανάγκη για να ζήσουν ο ίδιος, η άρρωστη μητέρα και ο αδερφός του.

Οι καταγγελίες του, που πλέον έχουν μπει στο μικροσκόπιο των αναλυτών της Ασφάλειας για να πέσει φως στην υπόθεση, δεν περιορίζονται μόνο στον πατέρα Αντώνιο, αλλά περιλαμβάνουν τρία ακόμη άτομα που τους αποκαλεί «υπηρέτες» του, για τους οποίους λέει ότι υπάρχουν μαρτυρίες ότι ξυλοκοπούσαν άγρια και βασάνιζαν τέσσερα ακόμη παιδιά.

«Οταν ήμουν στην ηλικία των 6 με 7 ετών φιλοξενήθηκα στην Κιβωτό του Κόσμου απ’ όπου έφυγα οριστικά λίγο μετά τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν. Από όταν πήγαινα στην Α’ Δημοτικού μέχρι και την πέμπτη τάξη έμενα στη δομή της Κιβωτού στην Αθήνα. Τότε μας πήρε πάλι η μαμά, αλλά επειδή δυσκολευόταν, την επόμενη χρονιά γυρίσαμε πάλι στη δομή. Μιλάω στον πληθυντικό γιατί ήμασταν μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό μου. Στη Β’ Γυμνασίου επειδή το σπίτι στην Αθήνα έκλεισε, μας πήγαν στο σπίτι στην Ανοιξη Αττικής», ξεκινάει η επτασέλιδη κατάθεσή του.

kivwtos_in__2_
«Είχε κοντά του τρία άτομα, τους οποίους γενικά τους αποκαλούσε “βλάκα” και “ηλίθιε”, ενώ ποτέ δεν έβγαζε και έβαζε μόνος του τα παπούτσια και τις κάλτσες του. Ηθελε να τον υπηρετούν. Κι εγώ απ’ όταν ξεκίνησα να είμαι κοντά του θεωρούσα δεδομένο να του βάζω τα παπούτσια, να του βάζω το ράσο και είχα συνηθίσει να τον ακούω να με λέει “βλάκα, ηλίθιο, άχρηστο”. Και αυτή τη συμπεριφορά είχε σε όσα παιδιά άρχισαν να είναι κοντά του»

«Περίεργα πράγματα»

Στη συνέχεια, ο 19χρονος σήμερα αναφέρεται στην πρώτη γνωριμία με τον πατέρα Αντώνιο. «Οταν πήγαινα στην Γ’ Γυμνασίου μας ξαναπήρε η μητέρα μας, αλλά συνέχισα να πηγαίνω στο Κέντρο Ημέρας στον Κολωνό και τα Σαββατοκύριακα παίζαμε και μπάσκετ. Εκεί ερχόταν και ο πατήρ Αντώνιος και έπαιζε μαζί μας μπάσκετ. Το καλοκαίρι, αφού τελείωσε η σχολική χρονιά, επέστρεψα πάλι στην Κιβωτό όπου και πήγα να μείνω στο παράρτημα του Βόλου. Εναν χρόνο μετά μεταφέρθηκα στο παράρτημα της Καλαμάτας, όπου έκατσα ενάμιση χρόνο και ήταν η τελευταία δομή που φιλοξενήθηκα. Στη Γ’ Γυμνασίου, κάπου μετά το Πάσχα, ο πατήρ Αντώνιος μου έλεγε ότι η Αθήνα δεν είναι για μένα και ότι θα με βοηθούσε να βρω δουλειά και να φτιάξω το μέλλον μου. Μου έλεγε ότι γενικά θα με βοηθάει, θα βοηθούσε παραπάνω τη μητέρα μου, δίνοντάς της κάποιο επίδομα αλλά και τον αδελφό μου, βρίσκοντάς του δουλειά, ο οποίος και τελικά δούλεψε στο υπόγειο της Κιβωτού. Κάπως έτσι με έπεισε να ξαναγυρίσω στην Κιβωτό.

Δηλαδή η επιστροφή μου ήταν κάπως σαν δική μου συμφωνία με τον πατέρα και την επιμέλειά μου την είχε κανονικά η μητέρα μου. Τον πρώτο χρόνο στον Βόλο έκανα αγροτικές δουλειές και το βράδυ πήγαινα Νυχτερινό Σχολείο. Τους δύο πρώτους μήνες στον Βόλο ήμουν απομονωμένος από τα υπόλοιπα παιδιά και έκανα το πρόγραμμά μου, δηλαδή δουλειά και σχολείο. Τότε άρχισα να έρχομαι πιο κοντά με τον πατέρα Αντώνιο. Οταν ερχόταν στον Βόλο με έπαιρνε στις βόλτες μαζί του και περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί. Το καλοκαίρι με πήρε μαζί του στο παράρτημα της Πωγωνιανής για ενάμιση μήνα κι εκεί του είπα τα οικογενειακά μου προβλήματα και μας βοήθησε. Εβαλε τη μαμά μου να μείνει σε σπίτι της Κιβωτού μαζί με τον αδελφό μου, όπου μένουν μέχρι και σήμερα. Μετά μου πρότεινε να αλλάξω δομή και να πάω στην Καλαμάτα, γιατί η δομή εκεί ήταν καινούρια. Γενικά ήμουν πολύ καλός στη δουλειά και με ξεχώρισε ο πατήρ, καθώς ήθελε να έχει εκεί άτομα που εμπιστευόταν.

Αρχές Σεπτεμβρίου του 2020 πήγα στην Καλαμάτα και τα πράγματα πήγαιναν μια χαρά, όπως μου είχε πει, και βοηθούσε και οικονομικά τη μαμά μου. Αυτό που δεν μου άρεσε, όμως, ήταν ότι όσο τον πλησίαζα και δενόμουν μαζί του, είχα αρχίσει στην ουσία να τον υπηρετώ, δηλαδή του έβαζα και του έβγαζα τα παπούτσια και του έβαζα τις κάλτσες. Αυτά ήταν τα πρώτα περίεργα πράγματα.

Ο πατήρ Αντώνιος μένει μόνιμα στην Αθήνα, αλλά συνεχώς έκανε επισκέψεις στις άλλες δομές. Για παράδειγμα, στην Καλαμάτα που ήταν και καινούρια η δομή ήρθε κι έμεινε εκεί τον πρώτο ενάμιση μήνα. Μετά πηγαινοερχόταν συνέχεια. Εκεί λοιπόν στην Καλαμάτα άρχισε να μου κάνει περίεργα πράγματα. Ας πούμε, όταν μιλάγαμε ή οποιαδήποτε άλλη στιγμή ήμασταν μαζί και σηκωνόμουν να φύγω, καθώς έφευγα μου χτυπούσε τον ποπό με το χέρι.

Αν και δεν μου άρεσε αυτή η κίνηση, προσπαθούσα να τη δικαιολογήσω γιατί και στο μπάσκετ το έκανε αυτό. Αυτό γινόταν 2 με 3 φορές τη βδομάδα στην αρχή, μετά 5 φορές τη βδομάδα, μετά αρκετές φορές την ημέρα, μέχρι που έφτασε στο σημείο να γίνεται περίπου 15 φορές την ημέρα. Επίσης στην Καλαμάτα από το καλοκαίρι μέχρι και τον Νοέμβριο, που κάναμε μπάνιο στη θάλασσα, στα παιχνίδια που κάναμε στο νερό, πνιξίματα – πατητές, κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, καθώς έκανε πως με έπνιγε στο νερό, άρχισε να βάζει το χέρι του μέσα στο μαγιό μου. Στην αρχή προσπάθησα να το δικαιολογήσω με την αγάπη που του είχα και δεν έλεγα τίποτα.

Στην πορεία φοβόμουν και δεν ήξερα πώς να το αντιμετωπίσω. Κι αυτό στη θάλασσα όσο περνούσε ο καιρός το έκανε με μεγαλύτερη συχνότητα, μέχρι που έφτασε να μου το κάνει σε μία μέρα στη θάλασσα 10 φορές. Εξαιτίας αυτού δεν ήθελα να μπαίνω στη θάλασσα. Αυτός εκμεταλλευόταν το γεγονός ότι δεν μπορούσα να αντιδράσω. Επίσης, κείνο το διάστημα στην Καλαμάτα μας πήγαινε εκδρομές.Σε μια από αυτές στη Μονεμβασιά, πριν τα Χριστούγεννα του 2020, τα βράδια πήγαινα στο δωμάτιό του να του κάνω παρέα. Καθώς βλέπαμε τηλεόραση ενώ αυτός ήταν ξαπλωμένος, μου χάιδευε το κεφάλι και κάποια στιγμή έβαλε τα δάκτυλα του μέσα στα ρουθούνια μου. Φρίκαρα και τραβήχτηκα αμέσως και λέγοντας ότι νυστάζω έφυγα από το δωμάτιό του».

Η επιστροφή στην Αθήνα

«Μετά τα Χριστούγεννα του 2020 έκανε ένα χειρουργείο και επειδή ήθελε ένα παιδί να τον βοηθάει, είπε να έρθω εγώ από την Καλαμάτα. Ετσι, ήρθα στην Αθήνα όπου κυριολεκτικά 24 ώρες το 24ωρο ήμουν μαζί του. Μόνο 2 ώρες έβγαινα έξω για να πάω τον σκύλο που είχα τότε βόλτα. Ούτε η μαμά μου δεν ήξερε ότι είχα γυρίσει στην Αθήνα, δεν της το είχα πει, γιατί ο πατήρ μου είχε πει ότι θα ήμουν συνέχεια μαζί του, οπότε δεν θα μπορούσα να πάω να τη δω και θα ερχόμουν σε δύσκολη θέση. Αν και έμενα σε ξεχωριστό δωμάτιο, σχεδόν όλη τη μέρα ήμουν μαζί του για να τον φροντίζω (σ.σ.: αναφέρεται σε πράξεις και περιγραφές που δεν είναι δυνατόν να αναπαραχθούν).

Με τραβούσε κοντά του συνέχεια κι εγώ τραβιόμουν χωρίς να του πω κάτι και μου είπε “σήκω φύγε”. Την επόμενη μέρα που πήγα στο δωμάτιό του, άλλαξε η συμπεριφορά του, με έβριζε, μου συμπεριφερόταν υποτιμητικά, με αγριοκοιτούσε, λέγοντάς με συνεχώς “βλάκα” και “ηλίθιε”, ενώ με έστελνε για δουλειές στο υπόγειο. Να διευκρινίσω ότι όλο αυτό το διάστημα που ήρθαμε πιο κοντά είχα παρατηρήσει ότι η συμπεριφορά του δεν ήταν σωστή.

Είχε κοντά του τρία άτομα (σ.σ.: αναφέρει τα ονόματά τους) τους οποίους γενικά τους αποκαλούσε “βλάκα” και “ηλίθιε”, ενώ ποτέ δεν έβγαζε και έβαζε μόνος του τα παπούτσια και τις κάλτσες του. Ηθελε να τον υπηρετούν. Κι εγώ απ’ όταν ξεκίνησα να είμαι κοντά του θεωρούσα δεδομένο να του βάζω τα παπούτσια, να του βάζω το ράσο και είχα συνηθίσει να τον ακούω να με λέει “βλάκα, ηλίθιο, άχρηστο”. Κι αυτή τη συμπεριφορά είχε σε όσα παιδιά άρχισαν να είναι κοντά του.

Εκείνη την ημέρα, λοιπόν, η συμπεριφορά του έγινε πολύ πιο έντονη. Μετά άρχισε να μου λέει ότι “επειδή εσύ είσαι φιλότιμος, η μαμά σου έχει σπίτι, παίρνει επίδομα και ο αδερφός σου έχει δουλειά” και το ένιωθα απειλή, ότι αν μιλήσω ή φύγω ή κάνω κάτι, αυτόματα η μαμά μου δεν θα είχε σπίτι και ο αδερφός μου δουλειά. Ηταν σαν μια υπενθύμιση αρκετά συχνά πως χωρίς την Κιβωτό, δεν θα μπορούσα να ζήσω. Οταν ο πατήρ Αντώνιος ανάρρωσε, το Πάσχα του 2021, πήγαμε στον Βόλο για έναν μήνα. Εκεί συνέχεια τα ίδια σκηνικά (σ.σ.: αναφέρει λεπτομέρειες που δεν μπορεί να γραφτούν). Αυτό γινόταν το πρωί που του πήγαινα το πρωινό στο δωμάτιο, το μεσημέρι που πήγαινε για ξεκούραση και πήγαινα να τον βοηθήσω και το βράδυ που πήγαινε για ύπνο.

Ο πατέρας στο δωμάτιό του και στο σπίτι του έβγαζε το ράσο και ήταν με τις πιζάμες. Δεν τον είχα δει ποτέ γυμνό. Οπως επίσης αντιδρούσα αμέσως όποτε με άγγιζε στο πρόσωπο και προσπαθούσε να βάλει τα δάχτυλά του στα ρουθούνια μου. Ηταν κάτι που το σιχαίνομαι. Μια φορά είχε βάλει τα δάχτυλά του στα ρουθούνια μου και τα είχε εκεί ένα πεντάλεπτο, μέχρι που είχα γεμίσει μύξες. Οταν γυρίσαμε από τον Βόλο στην Αθήνα, κάθε φορά που μέναμε μόνοι μας, δεν κρατιόταν.

Δηλαδή μπορεί να το έκανε ασανσέρ, στον διάδρομο ή στο αμάξι όταν έβγαινε έξω ο οδηγός του. Οταν τα έκανε αυτά δεν μου έλεγε κάτι, ούτε άλλαζε το ύφος του. Είχα φτάσει σε σημείο να φοβάμαι να περνάω δίπλα του και να μιλάω γιατί θα το γυρνούσε σε σημείο που τον συνέφερε αυτόν (σ.σ.: αναφέρεται σε νέες κακοποιητικές πράξεις). Εν τω μεταξύ αυτό ποτέ μα ποτέ δεν συζητήθηκε μεταξύ μας, ούτε ένα νόημα δεν μου είχε κάνει. Απλά το έκανε. Και γι’ αυτό κι εγώ δεν είχα πάτημα να πω κάτι. Απλά το έκανε, εκμεταλλευόταν την αμηχανία μου. Εγώ έφτασα σε σημείο να τον σιχαίνομαι, αλλά ένιωθα ότι δεν μπορούσα να το αλλάξω αυτό.

Οταν έφυγα από τον Βόλο και γύρισα στην Καλαμάτα, μετά το Πάσχα του 2021, αφού πρώτα είχαμε μείνει για λίγο στην Αθήνα, κατάφερα να μείνω μόνος μου, το περισσότερο, για δύο βδομάδες. Συνεχώς έβρισκε δικαιολογίες και ερχόμουν συνέχεια στην Αθήνα να είμαι δίπλα του. Κατάλαβα ότι δεν μπορούσε χωρίς εμένα, ήταν εξαρτημένος. Οσο ήμουν στην Καλαμάτα, με έπαιρνε κάθε μέρα τηλέφωνο και μιλούσαμε καμιά ώρα. Αν δεν τον έπαιρνα τηλέφωνο μια μέρα, την επομένη με έβριζε.

Με έπαιρνε τηλέφωνο με τη δικαιολογία να τον ενημερώνω για το τι γίνεται στη δομή στην Καλαμάτα, αλλά στην κλήση που διαρκούσε, για παράδειγμα, 45 λεπτά, τα πρώτα 10 λεπτά τον ενημέρωνα και την υπόλοιπη ώρα αυτός μου έλεγε το όνομά μου και εγώ έπρεπε να το απαντάω “πάτερ μας” και αυτό το είχε επιβάλει μέσα από τη συμπεριφορά του και αν δεν απαντούσα έτσι αυτός με έβριζε και μου φώναζε το όνομά μου μέχρι να απαντήσω “πάτερ μας”. Ηθελε να το ακούει».

Στη Χίο

Σε αυτό το σημείο της κατάθεσής του ο 19χρονος αναφέρει ότι ακόμη ένα παιδί, φίλος του, είδε τη σκηνή της κακοποίησής του. «Το καλοκαίρι του 2021 πήγαμε με τον πατέρα στο παράρτημα της Χίου, όπως και συνηθίζαμε τα καλοκαίρια. Τα παιδιά που ήμουνα εκεί μαζί και μιλούσαμε δεν με αναγνώρισαν γιατί είχα αλλάξει τελείως συμπεριφορά.

Με είδαν πιο μαζεμένο και φοβισμένο, ενώ ήμουν συνήθως αντιδραστικό παιδί. Επίσης δεν φρόντιζα τον εαυτό μου, ήμουν αξύριστος και ακούρευτος και αυτό γιατί έτσι με ήθελε ο πατήρ. Αυτά τα παιδιά με βοήθησαν να καταφέρω να βρω τη δύναμη και το θάρρος να περιορίσω κατά πολύ όλα αυτά, αλλά και να αποφασίσω να φύγω από την Κιβωτό. Στα παιδιά αυτά, που είναι πολύ καλοί μου φίλοι, αποφάσισα και είπα κάποια πράγματα, αλλά όχι όλα γιατί ντρεπόμουν. Τους είπα ότι ο πατήρ με παρενοχλούσε σεξουαλικά με αγγίγματα, χωρίς άλλες λεπτομέρειες.

Τα παιδιά αυτά (σ.σ.: αναφέρει τα ονόματά τους) τώρα είναι στον Στρατό και ένας που μένει ακόμα στη δομή της Χίου, καθώς ενηλικιώνεται το Μάρτιο του 2023. Μάλιστα ο ένας, μια φορά που μπήκε στο δωμάτιο του πατέρα να αφήσει το φαγητό του, πρόλαβε και είδε για δευτερόλεπτα λεπτά τον πατέρα που με παρενοχλούσε. Δεν ξέρω τι ακριβώς είδε, δεν το συζητήσαμε γιατί ντρεπόμουν. Το μόνο που του είπα είναι “εγώ σ’ τα έλεγα”. Το παιδί ίσα που πρόλαβε να ανοίξει την πόρτα και ο πατήρ του φώναξε “φύγε φύγε!” και έφυγε μετά και δεν ξαναμπήκε μέσα».

Το περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης που περιγράφει ο 19χρονος επιβεβαιώνει σε κατάθεση που έχει ήδη δώσει και ο αυτόπτης μάρτυρας, που εκείνη τη στιγμή εισήλθε στο δωμάτιο μεταφέροντας το φαγητό του πατέρα Αντωνίου.

Συνεχίζοντας την κατάθεσή του για την περίοδο των όσων έγιναν στη Χίο, ο 19χρονος περιγράφει: «Τον Σεπτέμβριο που επιστρέψαμε στην Αθήνα ο πατήρ Αντώνιος με ρώτησε “τι συμπεριφορά ήταν αυτή στη Χίο;”, καθώς είχα απομακρυνθεί λίγο από κοντά του. Εγώ, έχοντας αποφασίσει να περιορίσω τη συμπεριφορά του πατέρα, απαίτησα να πάω σχολείο γιατί μου το είχε σταματήσει για να με έχει συνεχώς μαζί του και γύρισα στη δομή της Καλαμάτας.

Εκεί όμως, πάλι ο πατήρ με καλούσε στην Αθήνα κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή, με αποτέλεσμα να κάνω πολλές απουσίες. Τα Χριστούγεννα του 2021 ήρθα στην Αθήνα και πήγα και έμεινα στη μαμά μου, ενώ ο πατήρ Αντώνιος είχε COVID. Μια μέρα με πήρε τηλέφωνο ένας από τη δομή και μου ζήτησε τον λόγο που δεν πήγαινα στην Κιβωτό και ενώ του εξήγησα ότι ο πατήρ είναι άρρωστος και η μάνα μου έχει αναπνευστικά προβλήματα μου είπε “κι εμένα τι με νοιάζει;”.

Δύο μέρες πριν την Πρωτοχρονιά, πήγα στην Κιβωτό και ο πατήρ με ανάγκασε από τις 7 η ώρα το πρωί να του πηγαίνω πρωινό και με απασχολούσε όλη την ημέρα μέχρι τις επτά με οκτώ το απόγευμα που πήγαινα στη μαμά μου. Ακόμα και την Πρωτοχρονιά μου έκανε το ίδιο. Εγώ εν τω μεταξύ αυτό το διάστημα ξεκίνησα να βγαίνω τα βράδια με τους φίλους μου και να ξενυχτάω, έχοντας ήδη ενηλικιωθεί. Eτσι, τα πρωινά που πήγαινα στον πάτερα, εκεί που καθόμασταν στο σαλόνι του τρίτου ορόφου, με παίρνει ο ύπνος στον καναπέ, ο οποίος είναι γωνιακός και εκεί καθόταν και ο πατήρ. Μια μέρα, ενώ ξύπνησα, είχα το κεφάλι μου στο μπούτι του πατέρα και τραβήχτηκα αμέσως.

Eνα άλλο πρωινό, εκεί που κοιμόμουν, κατάλαβα ότι ο πατήρ έτριβε το γεννητικό του όργανο στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου, πάνω από τα ρούχα του. Εγώ ξύπνησα, κοπάνησα το χέρι μου από τα νεύρα μου και κάθισα απέναντί του. Για 5 λεπτά δεν μιλούσε κανένας μας και μετά με εντελώς φυσιολογικό ύφος μου είπε “γιατί κάθεσαι εκεί; Eλα δίπλα μου”. Εγώ πήγα να ξαπλώσω δίπλα του και όποιο μαξιλάρι έπαιρνα για να ακουμπήσω το κεφάλι μου, μου το έπαιρνε και το πετούσε στο πάτωμα, για να ξαπλώσω στο μπούτι του. Επίσης να πω ότι στο δωμάτιό του είχε ένα γραφείο και δίπλα σ’ αυτό είχε ένα πουφ, όπου καθόμουν εγώ συνήθως. Κάποιες φορές καθόταν κι αυτός εκεί και με έβαζε στα γόνατά του, προσπαθώντας να με τραβήξει προς τα γεννητικά του όργανα, αλλά δεν τον άφηνα.

Μετά από λίγες μέρες, ενώ άρχισαν τα σχολεία, επέστρεψα στην Καλαμάτα. Στα τέλη Ιανουαρίου του 2022, με αφορμή ένα περιστατικό που έγινε στον Βόλο και κλάπηκαν κάποια λεφτά, επειδή εγώ είχα συνομιλία με ένα παιδί από εκεί που λένε ότι είχε εμπλοκή στην κλοπή, με κάλεσε ο πατήρ στην Αθήνα. Oταν έφτασα και μπήκα στο δωμάτιό του, μαζί ήταν και ένας από τη δομή. Ο πατήρ άρχισε να μου φωνάζει ξανά και ξανά: “Τι δουλειά έχεις εσύ με τους γύφτους;”. Του είπα ότι εγώ με το παιδί μιλούσαμε για ραπ, τραπ και ρούχα και ο πατήρ έγινε έξαλλος.

Μετά αυτός από τη δομή πήρε και έψαξε το κινητό μου τηλέφωνο για να δει αν είχα κάποια εμπλοκή και τι έλεγα με το παιδί. Eκανε το κινητό μου φύλλο και φτερό. Eτσι ανακάλυψε ένα βίντεο που οδηγούσα ένα αυτοκίνητο της δομής στην Καλαμάτα, το οποίο το είχα πάρει κρυφά. Oταν βγήκαμε στον διάδρομο, αυτός με έπιασε από τον λαιμό και μου είπε: “παλιό μ…., θα σε σκοτώσω στο ξύλο. Τσακίσου και φύγε”. Αυτή ήταν η αφορμή που έψαχνα και έφυγα οριστικά. Αρχικά πήγα κι έμεινα στο σπίτι ενός φίλου μου στην Aνοιξη και μετά στη Χίο. Μετά από καμιά βδομάδα περίπου, ο αδερφός μου μού έδωσε έναν αριθμό τηλεφώνου και μου είπε να επικοινωνήσω με την Κιβωτό, αλλιώς θα τον έδιωχναν από τη δουλειά. Κάλεσα και το σήκωσε ένας από τη δομή και μου έδωσε να μιλήσω με τον πατέρα Αντώνιο.

Αρχισε να με ρωτάει πώς έφυγα έτσι και για ποιον λόγο και λέγοντάς μου για τις αμαρτίες μου, δηλαδή το τσιγάρο και κάποια στοιχήματα στον ΟΠΑΠ, μου ζήτησε να επιστρέψω, να απολογηθώ, να ζητήσω συγγνώμη και να μου βρει σπίτι και δουλειά. Μου είπε κιόλας: “Βρε βλάκα, σε μένα θα έρθεις να μιλήσεις”. Εγώ του απάντησα: “Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα” και συνέχισα λέγοντας: “Ο λόγος που έφυγα είναι ότι επειδή εσείς…”, και μου το έκλεισε πριν προλάβω να πω τίποτα άλλο. Είμαι σίγουρος ότι ήμουν σε ανοιχτή ακρόαση και θα με ακούγανε και οι άλλοι που ήταν δίπλα του. Εγώ ήθελα να πω ότι “ο λόγος που έφυγα είναι επειδή εσείς με παρενοχλούσατε τόσον καιρό”, έπαιρνε τη μάνα μου και της έκανε ψυχολογικό πόλεμο, λέγοντας ότι έχω μπλέξει με την Αστυνομία.

Και η μάνα μου έχει αναπνευστικά προβλήματα. Τον επόμενο καιρό αποφάσισα και πήγα σαν κύριος στην Καλαμάτα να πάρω τα πράγματά μου και τα χαρτιά μου. Από εκεί επικοινώνησαν με τη δομή και δεν μου έδωσαν τίποτα. Οταν αναχώρησα από την Καλαμάτα, με πήρε η μάνα μου ταραγμένη και μου είπε ότι της έχει τηλεφωνήσει αυτός ο τύπος από τη δομή και της είπε ότι είχα μπει στη δομή από τη μάντρα και με είδαν και κάλεσαν την Αστυνομία και με κυνήγαγε όλη η Αστυνομία της Καλαμάτας. Εγώ την καθησύχασα. Θέλω να πω ότι όταν έφυγα από την Κιβωτό, κάπου τον Φεβρουάριο του 2022, έκοψαν από το σχολείο τους στην Καλαμάτα 4 παιδιά (σ.σ.: σε αυτό το σημείο αναφέρει τα ονόματα των παιδιών) και τα μετέφεραν από την Καλαμάτα στην Αθήνα.

Εκεί για έναν μήνα τα είχαν κλειδωμένα σε δωμάτια και τα χτυπούσαν κάθε μέρα και ενώπιον του πατέρα Αντωνίου για να μάθουν κάποια πράγματα. Οτι δηλαδή παίζαμε στοίχημα στον ΟΠΑΠ, καπνίζαμε και κάναμε κοπάνες. Τα παιδιά προκειμένου να σταματήσει το ξύλο έλεγαν και ψέματα, ότι δηλαδή έκλεβαν ηλικιωμένους και καταστήματα. Αυτά μου τα ’πε ένα από τα παιδιά και μου είπε ότι τους έκαναν μπλε στο πρόσωπο από το ξύλο. Συγκεκριμένα μου είπε το παιδί αυτό για ένα περιστατικό όπου ο πατήρ Αντώνιος είπε: “Για φρεσκαρίστε του λίγο τη μνήμη” και άρχισαν να το χτυπάνε με ένα σίδερο στα καλάμια των ποδιών του μέχρι που μάτωσαν.

Το ξύλο το έριχναν δύο τύποι από τη δομή. Τώρα δεν ξέρω πού είναι αυτά τα παιδιά, δεν έχουμε επικοινωνία και είναι όλοι τους 18 ετών, εκτός από ένα παιδί που είναι 16 ετών. Ενα άλλο παιδί ο πατήρ Αντώνιος δεν το έχει στους ξυλοδαρμούς και απ’ ό,τι έχω δει του συμπεριφέρεται πολύ άσχημα και με εξευτελιστικό τρόπο. Το φτύνει, φτερνίζεται πάνω του, το μειώνει και του κόβει σφαλιάρες. Στους άλλους δύο δεν τα κάνει αυτά. Ο πατήρ Αντώνιος στους εργαζόμενους της Κιβωτού διέδωσε για μένα ότι ασχολούμαι με ναρκωτικά και ότι γι’ αυτό με έδιωξε. Αρχές Μαΐου του 2022, ήμουν στην Αθήνα για να κάνω τα χαρτιά μου για τον Στρατό.

Καθώς ήμουν στην οδό Λένορμαν έξω απ’ τη Eurobank, ξαφνικά έφαγα μια σφαλιάρα που μου έφυγε το πρόσωπο. Ηταν ένας από τη δομή που με χτύπησε και άρχισε να μου φωνάζει: “Παλιό μ…, τι είναι αυτά που έκανες στην Κιβωτό;”. Εγώ έφυγα τρέχοντας και πήρα τηλέφωνο τη μάνα μου. Η μάνα μου γενικά τα ξέρει όλα και για την παρενόχληση. Της τα είπα λίγο πριν το καλοκαίρι του 2021 και μου είχε πει να μην ξαναπατήσω το πόδι μου στην Κιβωτό. Ο λόγος που δεν ήθελα να μιλήσω τόσον καιρό ήταν η μάνα μου, γιατί φοβόμουν τι θα απογίνει. Εγώ, όσο ήμουν στην Κιβωτό, μου έδινε λεφτά ο πατήρ Αντώνιος. Ο,τι ήθελα το είχα. Ηθελα, για παράδειγμα, παπούτσια που έκαναν 180 ευρώ, του το ’λεγα και μου τα ’δινε. Ακόμα και iPhone πήρα με 800 ευρώ».

Και άλλα παιδιά

«Να σας πω για το άλλο το παιδί που ανέφερα πιο πάνω, ότι τον έπεισε ο πατήρ και είχε μείνει στην Κιβωτό στη δομή της Καλαμάτας για ενάμιση χρόνο. Τώρα μένει με τη μάνα του. Το παιδί αυτό δεν θέλει να μιλήσει για όσα έχει περάσει. Είναι εντελώς αρνητικός. Απ’ ό,τι μου είχε πει τον χτυπούσε κι αυτόν ο πατήρ Αντώνιος και τον έπιανε μέσα από το μαγιό στη θάλασσα. Εγώ είμαι σίγουρος ότι ο πατήρ Αντώνιος έχει παρενοχλήσει κι άλλα παιδιά και ότι δεν είμαι ο πρώτος.

Θεωρώ ότι ο πατήρ Αντώνιος είναι παιδόφιλος, αφού παρενοχλούσε εμένα που ήμουν 16,5 και το άλλο το παιδί που ήταν 15,5 ετών. Επίσης, μιλώντας τηλεφωνικά με μία κυρία, πρώην παιδαγωγό της δομής στην Καλαμάτα, στην οποία και είπα για την παρενόχληση από τον πατέρα, μου είπε ότι κάτι είχε υποψιαστεί για μένα, καθώς έβλεπε ότι κλεινόμασταν πολλές φορές το δωμάτιό του με τον πατέρα Αντώνιο. Ακόμη, τον Αύγουστο που μας πέρασε, μιλώντας τηλεφωνικά με μια άλλη κυρία η οποία είναι (σ.σ.: αναφέρει την ιδιότητά της) στον Βόλο, μου είπε ότι ο πατήρ Αντώνιος κλείνεται με τις ώρες στο δωμάτιό του με ένα παιδί, ο οποίος είναι τώρα στην Α’ Γυμνασίου.

Επειδή τον ξέρω τον πατέρα Αντώνιο, είμαι σίγουρος ότι του κάνει τα ίδια. Σε ό,τι αφορά τα προηγούμενα χρόνια που έμενα στην Αθήνα στην Κιβωτό, γενικώς υπήρχαν τιμωρίες, όπως να μας κλειδώνουν τουαλέτα ή στο υπόγειο για εκφοβισμό. Επίσης, θυμάμαι να μας τραβάνε τα αυτιά ή να πέφτουν σφαλιάρες. Αλλη τιμωρία ήταν να μη δω τη μάνα μου το Σαββατοκύριακο. Τα τελευταία δύο χρόνια επειδή ήμουν δίπλα στον πατέρα, δεν είχα κάποιο άλλο θέμα με τους άλλους.

Θα ήθελα να πω ότι ο πατήρ Αντώνιος ενώ συνεχώς μας έκανε κήρυγμα για νηστεία και δεν άφηνε τα μικρά παιδιά να φάνε σοκολάτα στις περιόδους της νηστείας, ο ίδιος τη Μεγάλη Εβδομάδα το βράδυ έτρωγε αρνίσια παϊδάκια γάλακτος. Οχι ότι αυτό είναι κακό, αλλά για να καταλάβετε τον χαρακτήρα του. Αλλο δείχνει κι άλλο είναι. Τέλος, θα ήθελα να πω ότι αφού έφυγα από την Κιβωτό, τον έδιωξαν τον αδερφό μου από τη δουλειά και έκοψαν το επίδομα της μάνας μου. Ενας απ’ τους λόγους που δεν μιλούσα τόσον καιρό είναι γιατί φοβόμουν μήπως πάρουν το διαμέρισμα που μένει η μάνα μου και μείνει στον δρόμο. Ακόμη δεν το έχουν πάρει ευτυχώς. Πήρα τη δύναμη από ανθρώπους που με στήριξαν και αποφάσισα να έρθω και να μιλήσω».

Σας άρεσε το άρθρο; Κοινοποιήστε το

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *